Στο χειρότερο δυνατό σημείο βρίσκονται πλέον οι σχέσεις της κυβέρνησης με τον πρωταγωνιστή της πλευράς των δανειστών στις πολύμηνες διαπραγματεύσεις για την αξιολόγηση και το χρέος, τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε.
Δύο εικοσιτετράωρα πριν την κρίσιμη και ίσως καθοριστική συνεδρίαση του Eurogroup, έπεσε πολύ λάδι στη φωτιά, με αποτέλεσμα τίποτα να μην θεωρείται προεξοφλημένο σε σχέση με τη στάση της ελληνικής πλευράς. Τα μηνύματα από την άλλη πλευρά βέβαια δεν είναι έτσι κι αλλιώς ενθαρρυντικά, καθώς όλο και περισσότεροι παράγοντες ξεκαθαρίζουν με διάφορους τρόπο ότι το Eurogroup θα εγκρίνει απλώς την εκταμίευση της δόσης, εάν θεωρήσει ολοκληρωμένη τη δεύτερη αξιολόγηση και δεν πρόκειται να ικανοποιήσουν αιτήματα της Αθήνας σχετικά με το χρέος ή την ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ. Ουσιαστικά η συζήτηση θα γίνει και πάλι επί της πρότασης που είχε καταθέσει και στις 22 Μαΐου η πλευρά των δανειστών, με εκφραστή τον κ. Σόιμπλε.
Το μεγάλο θέμα και ερώτημα είναι τώρα αν όντως κόβονται οι όποιες γέφυρες συνεννόησης, αφού και οι δύο πλευρές, ελληνική κυβέρνηση και Γερμανός υπουργός Οικονομικών ανταλλάσσουν ελεύθερα πυρά ή πρόκειται απλώς για ανταλλαγή των τελευταίων πυροτεχνημάτων, αφού η συμφωνία στο αυριανό eurogroup είναι περίπου μονόδρομος για την Ελλάδα και σχεδόν όλοι προβλέπουν ότι εκεί είναι το τέλος του δρόμου.
Δεν αποκλείεται δηλαδή τόσο ο κ. Σόιμπλε να «προσφέρει» τον εαυτό του στην ελληνική κυβέρνηση ως τον «τέλειο εχθρό» πάνω στον οποίο η Αθήνα θα ρίξει το ανάθεμα για τον νέο επώδυνο συμβιβασμό και το Μαξίμου να ανταποκρίνεται σε αυτή την ευκαιρία για να εμφανιστεί ότι «πέτυχε» μία λύση, υπό εξαιρετικά δυσμενείς συνθήκες και αρνητικούς συσχετισμούς.
Από το μεσημέρι χθες πάντως, μέσω της συνεδρίασης του υπουργικού συμβουλίου ο Αλέξης Τσίπρας προειδοποίησε ανοιχτά ότι εάν το Eurogroup επιμείνει στην αρχική πρόταση του κ. Σόιμπλε τότε θα προσφύγει στη σύνοδο κορυφής της ΕΕ, που θα γίνει στις 22 του μήνα.
«Αν δεν επιτευχθεί αυτή η λύση και μείνουμε σε μια πρόταση παρόμοια με αυτή του EG του Μαϊου η πρότασή μου στο Υπουργικό Συμβούλιο είναι να μην δεχθούμε, να μην συμφωνήσουμε στο EG και να πάμε στη Σύνοδο Κορυφής και να ζητήσουμε από όλους να αναλάβουν τις ευθύνες τους» ήταν η χαρακτηριστική αποστροφή του πρωθυπουργού κατά την εισηγητική του ομιλία στους υπουργούς του.
Λίγες ώρες αργότερα ήλθε η έμμεση απάντηση από τον κ. Σόιμπλε, ο οποίος σε μία συζήτηση στο περιθώριο συνεδρίου του Bloomberg στο Βερολίνο, ήταν ιδιαίτερα καυστικός για τον πρωθυπουργό. «Ο Αλέξης Τσίπρας δεν εμπιστεύεται τον υπουργό των Οικονομικών του για να πετύχει ένα καλό αποτέλεσμα, κάτι που δεν αξίζει στον κ. Τσακαλώτο. Είναι ένας εξαιρετικός υπουργός Οικονομικών ο οποίος έχει μεταδοτικότητα προς τους διαπραγματευτικούς του εταίρους» είπε αρχικά και έριξε στη συνέχεια νέα «βόμβα»: «Ο Ελληνας πρωθυπουργός συνεχίζει να τηλεφωνεί όλη την ώρα και η καγκελάριος του λέει ξανά και ξανά: ‘‘Αλέξη, αυτό το θέμα είναι για τους υπουργούς Οικονομικών’’».
Οι αποστροφές αυτές θεωρήθηκαν προσβλητικές, αλλά και ευθεία παρέμβαση στα εσωτερικά της χώρας και ανέλαβε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος να του απαντήσει.
«Ο πρωθυπουργός έχει απόλυτη εμπιστοσύνη στον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο. Σε αυτό που δεν έχει εμπιστοσύνη είναι εάν και κατά πόσο ένα όργανο στο οποίο συμμετέχει ο κ. Σόιμπλε μπορεί να δώσει θετική λύση για την Ελλάδα» τόνισε ο κ. Τζανακόπουλος για να προσθέσει με έμφαση: «Το πρόβλημα εμπιστοσύνης δεν είναι προφανώς μεταξύ του κ. Τσακαλώτου και του πρωθυπουργού, αλλά μεταξύ της ελληνικής κυβέρνησης συνολικά και του κ. Σόιμπλε, ο οποίος έχει αποδείξει στο παρελθόν ότι δεν είναι πάντοτε εποικοδομητικός»!
Άφησε δε με τη σειρά του ανοιχτό το ενδεχόμενο να μην δεχθεί η κυβέρνηση οποιαδήποτε λύση της προταθεί στο Eugorgoup. «Πρέπει να αποδραματοποιηθεί η κατάσταση. Λύση θα υπάρξει, η λύση θα είναι θετική. Τώρα το φόρουμ εντός του οποίου θα βρεθεί η λύση δεν είναι αναγκαίο να είναι το Eurogroup» σημείωσε και διαμήνυσε ότι «εφόσον το Eurogroup δεν μπορέσει να αρθεί στο ύψος της περίστασης, θα πρέπει οι ηγέτες, οι επικεφαλής των κυβερνήσεων να αναλάβουν την πολιτική ευθύνη για το επόμενο βήμα της Ευρώπης».
Πάντως τόσο ο κ. Τζανακόπουλος όσο και συνολικά η κυβέρνηση δια δηλώσεων στελεχών της επιμένει ότι επιδιώκει λύση αύριο.
Ο Αλέξης Τσίπρας με άρθρο του σε Le Monde και Welt ζητάει ξανά πολιτική λύση, λίγες ώρες πριν το Eurogroup.
Οι προσδοκίες έχουν περιοριστεί βέβαια δραματικά και η Αθήνα προσπαθεί να πετύχει βελτιωτικές προσαρμογές στο κείμενο στης 22ας Μαΐου. Κυρίως αξιοποιώντας τη γαλλική πρόταση για «αναπτυξιακή ρήτρα» στην αποπληρωμή του χρέους – ιδέα την οποία έχει απορρίψει επίσης ο κ. Σόιμπλε.
Μιλώντας στο υπουργικό συμβούλιο ο κ. Τσίπρας υπεραμύνθηκε των επιλογών και των χειρισμών που έκανε η κυβέρνηση στη διαπραγμάτευση με τους δανειστές.
«Κάναμε άριστα, που ανοίξαμε το θέμα του χρέους, στο βαθμό που σεβόμαστε τον εαυτό μας και δεν είμαστε υποκριτές όπως οι προηγούμενοι. Τις υποχωρήσεις, τους συμβιβασμούς, τις θυσίες εμείς δεν τις αποδεχθήκαμε για να κρατηθούμε στην εξουσία, αλλά προκειμένου να υλοποιήσουμε ένα στρατηγικό σχέδιο εξόδου από την κρίση. Χωρίς διευθέτηση του χρέους αναστέλλεται επ΄ αόριστον η αυτοδύναμη έξοδος στις αγορές και μαζί η έξοδος από μνημόνια και κρίση» σημείωσε ο πρωθυπουργός, απαντώντας στις επικρίσεις ότι η κυβέρνηση αυτοεγκλωβίστηκε στην υπόθεση αυτή.
Ανέλυσε επίσης για ποιους λόγους το timing είναι το καλύτερο που έχουμε βρεθεί τα 7 χρόνια μνημονίων και πιθανότατα στο εγγύς μέλλον δύσκολα θα ξαναβρούμε καλύτερο:
1) Έχουμε το ηθικό πλεονέκτημα, καθαρίσαμε το τραπέζι από δικές μας υποχρεώσεις. Όλος ο πλανήτης αναγνωρίζει ότι είναι η σειρά των εταίρων να υλοποιήσουν τις δικές τους
2) Έχουμε επίσης ισχυρές συμμαχίες καθώς δεν είναι μόνο η Ελλάδα που διεκδικεί βιώσιμη λύση για το χρέος αλλά μια σειρά χώρες καθώς και το σύνολο των θεσμών
3) Οι γερμανικές εκλογές αποτελούν αστάθμητο παράγοντα μπροστά μας
4) Δεν πρέπει να χαθεί άλλος χρόνος καθώς πλησιάζουμε στο τέλος του προγράμματος αλλά και επειδή με βάση τα πρόσφατα στοιχεία η ελληνική οικονομία βρίσκεται σε φάση ανάκαμψης που πρέπει να ενισχυθεί
«Εμείς διεκδικούμε λύση που θα ανοίγει δρόμο για αυτοδύναμη σταθερή δυνατότητα εξόδου στις αγορές με βιώσιμους όρους» τόνισε και χαρακτήρισε κλειδί για τη λύση «την αποδοχή της πρότασης για έναν αυτόματο μηχανισμό σύνδεσης των μεσοπρόθεσμων μέτρων για το χρέος με την ανάπτυξη ώστε να γεφυρωθούν οι διαφορές μεταξύ θεσμών και να δοθεί η δυνατότητα για θετικά DSA από όλους τους θεσμούς συμπεριλαμβανομένης της ΕΚΤ».
Πρόκειται για μια λελογισμένη και δίκαιη πρόταση που σέβεται τις επιφυλάξεις όλων των πλευρών και δημιουργεί τους όρους για την οριστική υπέρβαση της κρίσης, σημείωσε, αναφερόμενος ουσιαστικά στη γαλλική πρόταση.