Γράφει ο Εμμανουήλ Κ. Ακουμιανάκης, πολιτικός αναλυτής:
Έχετε αναρωτηθεί ποτέ γιατί χωρίζουν οι άνθρωποι; Σκεφτήκατε ποτέ για ποιο λόγο δυο άνθρωποι που είναι πολύ κοντά μεταξύ τους γίνονται ξαφνικά ξένοι; Αγαπήσατε ποτέ κάποιον άνθρωπο τόσο πολύ, που να φοβάστε κάθε στιγμή ότι θα τον χάσετε; Λατρέψατε ποτέ σε σημείο παράνοιας ένα άτομο, ώστε η ζωή σας να στριφογυρίζει γύρω του; Γνωρίσατε ποτέ έναν άνθρωπο που σας συνεπήρε και εξαιτίας της αγάπης του φοβηθήκατε και το βάλατε στα πόδια; Νιώσατε ποτέ ότι χάνετε τον εαυτό σας σε έναν παράφορο έρωτα και επειδή πνίξατε το συναίσθημα στη λογική απομακρυνθήκατε; Επιδιώξατε ποτέ να φέρετε τον σύντροφό σας σε κατάσταση νευρικής κρίσης για να σας διώξει επειδή εσείς δεν είχατε το κουράγιο να το πράξετε; Κρυφτήκατε ποτέ από τον άνθρωπο που ήσασταν μαζί για να μη φανερώσετε τη δική σας αδυναμία, αυτή μιας καθαρής εξήγησης; Αισθανθήκατε κάποια στιγμή στη ζωή σας εκείνο το σκίρτημα στο στέρνο, νιώσατε τις «πεταλούδες» να φτερουγίζουν στο στομάχι σας κάθε φορά που συναντούσατε κάποιον; Δώσατε ποτέ την ευκαιρία στον εαυτό σας να ερωτευθεί ελεύθερα χωρίς συμβάσεις και χωρίς «πρέπει»; Κλάψατε ποτέ αμέσως μετά αφού διώξατε από κοντά σας τον άνθρωπο που σας έκανε να αισθάνεστε μοναδικοί; Γίνατε ποτέ ολοκαύτωμα σε έναν έρωτα που σας βασανίζει χρόνια και έμεινε ανεκπλήρωτος; Είπατε ποτέ σε έναν άνθρωπο ότι είναι άψογος και του γυρίσατε την πλάτη; Νιώσατε ποτέ ότι κάποιος κάνει έρωτα στο μυαλό σας και όχι μόνο στο κορμί σας; Κάψατε ποτέ στην πυρά των ψεύτικων ηθικών φραγμών την προοπτική μιας ωραίας σχέσης;
Πολλές οι ρητορικές ερωτήσεις σήμερα φίλες και φίλοι.
Σίγουρα όχι για να δώσουν όγκο στο κείμενο, αλλά για να καλύψουν τις περιπτώσεις που σίγουρα βίωσε το ανθρώπινο υποκείμενο.Είναι ίσως τρομακτική η ιδέα του κοινού βίου με έναν άνθρωπο για όλη τη διάρκεια της ζωής μας.Είναι κοινή η πεποίθηση πως οι άνθρωποι που έρχονται κοντά το νιώθουν από την πρώτη κιόλας στιγμή, γνωρίζονται πολλά χρόνια πριν συναντηθούν. Δεν ζουν νερόβραστες και ανούσιες συμβιώσεις. Δεν έχουν ένα διαθέσιμο σώμα στο κρεβάτι τους απλά για να μην μπαίνουν στην κουραστική διαδικασία αναζήτησης συντρόφου και εκτόνωσης των γενετήσιων ορμών τους. Δεν κουβαλάνε κάποιον δίπλα τους σαν γλάστρα στους γάμους και στα πανηγύρια. Δεν δηλώνουν «σε σχέση» στα social media από την πρώτη βδομάδα γνωριμίας. Οι άνθρωποι που αγαπιούνται φιλιούνται στα ηλιοβασιλέματα, φαντάζονται το μέλλον τους μαζί, είναι μαζί όχι όπως-όπως και για όσο-όσο, αλλά ένα σώμα, μια ψυχή και για πάντα. Ο ένας ανασαίνει με τα πνευμόνια του άλλου, παίρνει δύναμη στην καθημερινότητά του, δεν ενθουσιάζεται με κάτι νέο, χτυπάει κουδούνια και κινητά τα ξημερώματα, διεκδικεί σαν κακομαθημένο παιδί, δεν το βάζει κάτω όταν τον αποπαίρνουν, δεν έχει σχέσεις τύπου «onenightstand», αλλά χτίζει μια σχέση ζωής, μια προοπτική τύπου «onelifestand».
Ο ερωτευμένος άνθρωπος κάνει δώρα και αισθάνεται όμορφα, δεν προσδοκά σε ανταπόδοση, δεν τα «βαφτίζει» υποχρέωση, δεν νιώθει ότι τον εκμεταλλεύονται, γνωρίζει πως ότι δίνει το κάνει επειδή το έχει αυτός περισσότερο ανάγκη από το ίδιο το δέκτη του δώρου. Στο κάτω-κάτω τα δώρα δίνονται χωρίς να μας τα ζητήσει κανείς. Αυτός που έχει «δαγκώσει τη λαμαρίνα» δημιουργεί για να μοιράζει, τρέφει χωρίς να τρέφεται, δίνει χωρίς να παίρνει, σκέφτεται τον άλλον και παραμελεί τον εαυτό του. Μοιράζει τροφή στα συσσίτια και μπαίνει νηστικός στο νοσοκομείο από εξάντληση. Δίνει την κουβέρτα του δώρο κι αυτός τουρτουρίζει τα βράδια. Περπατά με καμάρι δίπλα στον άνθρωπό του κι αισθάνεται ότι όλος ο κόσμος του ανήκει. Χαμογελά με πάθος στα «δεν» κι αποφεύγει τις ανούσιες και χωρίς λόγο συγκρούσεις. Δουλεύει με όρεξη και δεν κουράζεται. Κλαίει με τα φύλλα της καρδιάς του να πάλλονται και γελάει εύκολα ξανά, κάνει πειράγματα και πλάκες στους άλλους. Κάνει έρωτα και αισθάνεται ότι δίνει, ότι προσφέρει απόλαυση χωρίς να προσδοκά να πάρει. Νιώθει όσα λέει και εννοεί ότι κάνει. Τον κατηγορούν και γελάει. Δεν αφήνει το μυαλό του να φιλτράρει τα συναισθήματα. Ζει και πεθαίνει με ορμή, αγαπάει με φόρα. Και στο τέλος χάνει, τσακίζεται στο ντουβάρι γιατί η αγάπη του φοβίζει, γιατί το πάθος του δεν αντέχεται, επειδή ο έρωτάς του δε φοράει σιγαστήρα.
Χωρίζουν τελικά οι άνθρωποι άμεσα, απότομα, διαδικτυακά. Γλυτώνουν τις υποκριτικές ατάκες του τύπου «σου αξίζει κάτι καλύτερο». Είναι αιματηροί οι χωρισμοί «facetoface», δεν λειτουργούν όλοι οι άνθρωποι καλά στο «realtime», είναι πολύ βαρύ να κοιτάζεις τα βουρκωμένα μάτια του άλλου και να του λες παγερά: «τελείωσε», χωρίς μια πειστική δικαιολογία, χωρίς μια αληθοφανή εξήγηση.
Και μετά τι; Νεκρική ηρεμία στην ατμόσφαιρα. Μετά σιωπή. Ο μεγάλος έρωτας που τσουρούφλιζε παγώνει μεμιάς. Βουβαμάρα, δισταγμός, αμηχανία, δάκρυα. Η ζωή δε συγχωρεί πάντα τους τρελούς, τους τολμηρούς και τις αξίες. Τους τιμωρεί ακριβώς για αυτό που είναι. Σκληρά. Άδικα. Αμείλικτα. Και για όλα φταίει η αγάπη. Εκείνη που αξίζει και φοβίζει. Εκείνη που η λαύρα της καίει. Εκείνη που οι ποιητές υμνούν και οι ερωτευμένοι θρηνούν. Εκείνη που δεν κοπάζει και τρομάζει. Δεν πειράζει κι ας πονάει, μην τρομάζεις κι ας ματώνεις. Ότι μετριέται δεν αξίζει κι ότι αξίζει δε μετράει. Ναι, ερωτεύεσαι για να αισθάνεσαι πως ζεις. Και να μετανιώνεις μόνο για εκείνα τα πράγματα που δεν έχεις κάνει. Ότι έγινε, έγινε. Κι εγώ- αν η γνώμη μου σε κάτι αξίζει- πάντα προτιμώ τη σιωπή που έπεται της σχέσης από εκείνη που προηγείται. Γιατί όλα έχουν ειπωθεί, γιατί δεν ξεχάσαμε, γιατί πονάμε, γιατί δεν μας συγχωρώ. Γιατί τελικά, από φόβο χάσαμε….
του Εμμανουήλ Κ. Ακουμιανάκη, πολιτικού αναλυτή