Η επόμενη ημέρα της παραίτησης Κοτζιά βρίσκει την κυβέρνηση αναμφίβολα τραυματισμένη. Είναι ενδεικτικό ότι οι πρώτες προσπάθειες να βρεθεί διάδοχος για το χαρτοφυλάκιο των Εξωτερικών δεν απέδωσαν. Δεδομένου ότι δεν υπήρχε και χρόνος, το ανέλαβε ο ίδιος ο Τσίπρας, αλλά είναι κοινό μυστικό ότι ο πρωθυπουργός δεν έχει ούτε τον χρόνο, αλλά ούτε και την εξοικείωση με τις πολλές υποθέσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη αυτή την περίοδο στο διπλωματικό επίπεδο.
Το πρόβλημα είναι ακόμα οξύτερο, λόγω του γεγονότος ότι ο υφιστάμενος αναπληρωτής υπουργός είναι, επίσης, άσχετος με τα κεντρικά ζητήματα της εξωτερικής πολιτικής. Ο Κατρούγκαλος είχε αρμοδιότητα τις ευρωπαϊκές υποθέσεις, τις οποίες και προσπαθούσε να μάθει. Είναι κοινό μυστικό στο υπουργείο, ωστόσο, ότι ο Κοτζιάς ήταν ακραία συγκεντρωτικός και δεν άφηνε κανέναν από την υπόλοιπη πολιτική ηγεσία να αναμιχθεί στα χωράφια του.
Σύμφωνα με καλά ενημερωμένες πηγές, στο Μαξίμου ψάχνουν αντικαταστάτη. Η μία σκέψη είναι να βρεθεί πρόσωπο, το οποίο να αναλάβει υπουργός. Το μόνο όνομα που έχει πέσει στο τραπέζι είναι αυτό του διοικητή της ΕΥΠ Ρουμπάτη, ο οποίος διαθέτει και τις απαραίτητες γνώσεις και τη σχετική εξοικείωση. Η επιλογή αυτή έχει το πλεονέκτημα ότι θα γίνει ευμενώς δεκτή και στις δυτικές πρωτεύουσες. Από την άλλη έχει το μειονέκτημα ότι δεν υπάρχει διαθέσιμος διάδοχος για τη θέση του διοικητή της ΕΥΠ.
Κατά τις ίδιες πηγές, εάν δεν επιλεγεί η λύση Ρουμπάτη, ο Τσίπρας θα παραμείνει υπουργός Εξωτερικών, αλλά θα ορισθεί ένας ακόμα αναπληρωτής υπουργός με αρμοδιότητα τα κρίσιμα θέματα (ελληνοτουρκικά, Κυπριακό, Μακεδονικό, ελληνοαλβανικά, συνεργασίες στην Ανατολική Μεσόγειο κλπ). Στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ που να διαθέτει τις γνώσεις, την εμπειρία και το κύρος για να μπορεί να σηκώσει αυτό το βάρος δεν βρίσκεται.
Στους κόλπους της Κοινοβουλευτικής Ομάδας υπάρχουν κάποια πρόσωπα, τα οποία υπηρέτησαν για κάποιο διάστημα ως μέλη της πολιτικής ηγεσίας (Ξυδάκης, Αναγνωστοπούλου), αλλά για τον έναν ή τον άλλο λόγο δεν πληρούν ούτε στοιχειωδώς τις προδιαγραφές που θέτει το Μαξίμου. Μία πρόταση που έχει πέσει στο τραπέζι είναι να προωθηθεί ως αναπληρωτής υπουργός ο διπλωματικός σύμβουλος του πρωθυπουργού Βαγγέλης Καλπαδάκης.
Ο Τσίπρας και το σύστημα του Μαξίμου τον εμπιστεύονται. Από την άλλη πλευρά, ως χαμηλόβαθμος διπλωμάτης καριέρας δεν διαθέτει ούτε το κύρος ούτε το πολιτικό εκτόπισμα να διευθύνει το υπουργείο. Εκτός αυτού, παραμένει στον ευρύτερο κύκλο το ερώτημσ, το οποίο προκαλεί το γεγονός ότι –τουλάχιστον μέχρι πρότινος– συζεί με μία Τουρκάλα διπλωμάτη.
Μία ακόμα λύση που εξετάζεται είναι να βρεθεί ένας έμπειρος εν ενεργεία ή επί τιμή πρέσβης. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε ερείσματα στη διπλωματική υπηρεσία, αλλά στα τρισήμισυ χρόνια που βρίσκεται στην εξουσία είναι αρκετοί οι πρέσβεις που βρέθηκαν στον στενό κύκλο, αλλά μέσω Κοτζιά. Τέλος, μελετάται και η λύση προώθησης κάποιου καθηγητή, αλλά ούτε και σ’ αυτό το επίπεδο υπάρχουν προφανείς επιλογές.
Δεδομένου, όμως, ότι στην περιοχή μας διανύουμε περίοδο τεκτονικών αλλαγών στο γεωπολιτικό επίπεδο, αλλά και συγκεκριμένα ότι ο Κοτζιάς έχει “απλώσει πολύ τραχανά”, το κενό πρέπει να καλυφθεί το συντομότερο δυνατόν. Με άλλα λόγια, ο Τσίπρας πιέζεται να επιλέξει ανάμεσα στις λύσεις που διαθέτει, έστω κι αν καμία από αυτές δεν είναι επαρκώς ικανοποιητική. Το ενδεχόμενο να πραγματοποιήσει κάποιο άνοιγμα σε προσωπικότητα που να μην βρίσκεται κοντά στον ΣΥΡΙΖΑ έχει, επίσης, τεθεί στο τραπέζι, αλλά χωρίς και σ’ αυτό το επίπεδο να έχει υποδειχθεί μία προσωπικότητα, η οποία και να είναι αποδεκτή από το Μαξίμου και η ίδια να επιθυμεί την εμπλοκή της.