Οι ενώσεις καταναλωτών εκπέμπουν σήμα κινδύνου καθώς από 1ης Ιανουαρίου του 2015 η πρώτη κατοικία προστατεύεται μόνο μέσω της υπαγωγής στο νόμο Κατσέλη, καθώς δεν παρατάθηκε η μεταβατική διάταξη του Υπουργείου Ανάπτυξης για την αναστολή των πλειστηριασμών υπό προϋποθέσεις που έληγε στις 31 Δεκεμβρίου 2014.
Η κυβέρνηση, ύστερα από διαπραγματεύσεις και με τους δανειστές, θεωρεί ότι η προστασία που παρέχεται από τον νόμο Κατσέλη είναι επαρκής, ενώ η εφαρμογή από την 1η Ιανουαρίου 2015 του Κώδικα Δεοντολογίας των τραπεζών θα παρέχει μεγαλύτερη ευελιξία σε τράπεζες και δανειολήπτες για τη ρύθμιση των δανείων, με τον κίνδυνο ρευστοποίησης της ακίνητης περιουσίας να υπάρχει επί της ουσίας μόνο για όσους χαρακτηρισθούν από τις τράπεζες ως «μη συνεργάσιμοι δανειολήπτες». Καταλυτικό ρόλο σε αυτή την απόφαση έχουν διαδραματίσει και οι διαβεβαιώσεις από την πλευρά των τραπεζών ότι δεν ενδιαφέρονται να προχωρήσουν σε πλειστηριασμούς ακινήτων, τουλάχιστον μαζικούς.
Πηγές του υπουργείου Ανάπτυξης επισημαίνουν ότι αυτό που θα δρομολογηθεί το επόμενο διάστημα είναι οι αλλαγές στον νόμο 3869/2010 έτσι ώστε να επιταχύνονται οι διαδικασίες της δικαστικής ρύθμισης χρεών και να περιορισθεί το φαινόμενο των λεγόμενων «στρατηγικών κακοπληρωτών». Προσθέτουν δε, ότι εάν από την εφαρμογή του κώδικα δεοντολογίας προκύψουν κενά ή στρεβλώσεις, θα αξιολογηθούν και θα γίνουν τότε οι όποιες διορθωτικές παρεμβάσεις στο νομοθετικό πλαίσιο.
Με τον κώδικα δεοντολογίας που εφαρμόζεται από 1ης Ιανουαρίου και είναι δεσμευτικός για τις τράπεζες, η πρώτη κατοικία δεν κινδυνεύει για τους δανειολήπτες που έχουν οικονομική δυσχέρεια, είχε δηλώσει Σκρέκας. Σε ερώτηση για το εάν η κυβέρνηση θα νομοθετήσει στην επέκταση του ισχύοντος καθεστώτος, ο κ. Σκρέκας αρκέστηκε στο να απαντήσει ότι αυτό το θέμα δεν συζητήθηκε με τον πρωθυπουργό. Με δεδομένη, πάντως, την τρέχουσα πολιτική συγκυρία πηγές του ΥΠΑΑΝ δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο να κατατεθεί στη Βουλή τροπολογία από βουλευτές με την οποία θα προτείνεται παράταση της αναστολής πλειστηριασμών.
Η ρύθμιση του νόμου 4224/2013, η οποία εξαρχής θεσπίστηκε ως μεταβατικό καθεστώς πριν από την πλήρη απελευθέρωση των πλειστηριασμών απευθυνόταν κυρίως σε δανειολήπτες με προσωρινή αδυναμία πληρωμής, οι οποίοι δεν επιθυμούσαν να προσφύγουν στη δικαστική ρύθμιση χρεών του νόμου Κατσέλη, όπου σύμφωνα με το γράμμα και το πνεύμα του νόμου θα πρέπει να αποδειχθεί μόνιμη αδυναμία πληρωμής.
Αυτό που προστατεύεται βάσει του νόμου 4224/2013 είναι η κύρια κατοικία αντικειμενικής αξίας έως 200.000 ευρώ υπό την προϋπόθεση το ετήσιο δηλωθέν εισόδημα να είναι έως 35.000 ευρώ, η συνολική κινητή και ακίνητη περιουσία έως 270.000 ευρώ και εξ αυτών οι καταθέσεις να μην ξεπερνούν τις 15.000 ευρώ. Οι οφειλέτες που έκαναν χρήση αυτής της ρύθμισης υποχρεούνταν να καταβάλλουν μηνιαίως το 10% ή 20% του μηνιαίου εισοδήματός τους. Χρήση της διάταξης αυτής έκαναν περί τους 3.000 δανειολήπτες.
Με την άρση της αναστολής των πλειστηριασμών οι δανειολήπτες που θέλουν να προστατεύσουν την κύρια κατοικία τους έχουν τις ακόλουθες επιλογές:
• Πρώτον, να καταθέσουν αίτηση υπαγωγής στον νόμο Κατσέλη. Με την κατάθεση της αίτησης και μέχρι τον ορισμό δικασίμου αναστέλλονται τα καταδιωκτικά μέτρα, ενώ εάν η αίτηση γίνει δεκτή, βγαίνει επίσης προσωρινή διαταγή αναστολής του πλειστηριασμού μέχρι την εκδίκασή της. Με τα σημερινά δεδομένα, του όγκου υποθέσεων δηλαδή που καλούνται να αντιμετωπίσουν τα Ειρηνοδικεία, η πρώτη προσωρινή διαταγή, η οποία δίνεται με βάση τον νόμο για ένα δίμηνο (πρόκειται για τον χρόνο κατά τον οποίο το δικαστήριο επικυρώνει ή απορρίπτει την αίτηση και στο ίδιο αυτό διάστημα επιχειρείται προδικαστικός συμβιβασμός), στην ουσία διαρκεί περισσότερο, διότι συχνά τα Ειρηνοδικεία καθυστερούν να εξετάσουν τις αιτήσεις. Η δεύτερη προσωρινή διαταγή που εκδίδεται, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, μέχρι να εκδικασθεί η αίτηση μεταφράζεται σε προστασία της κύριας κατοικίας για πολλά χρόνια, με δεδομένο ότι λόγω του όγκου υποθέσεων ορίζεται δικάσιμος ακόμη και το 2028.
• Δεύτερον, να συνεργασθούν με τους πιστωτές, έτσι ώστε στο πλαίσιο του κώδικα δεοντολογίας να βρεθεί ο κατάλληλος τρόπος ρύθμισης του χρέους, μέσω των εργαλείων που περιλαμβάνει και κυμαίνονται από την πληρωμή για μια περίοδο μόνο των τόκων έως και διαγραφή μέρους του δανείου. Ο ίδιος κώδικας περιλαμβάνει επίσης και «λύσεις» όπως η εθελοντική παράδοση στην τράπεζα του ενυπόθηκου ακινήτου, μεταβίβαση και πώληση κ.ά. Σε διαδικασίες εκπλειστηριασμού του ακινήτου ενδέχεται να προχωρήσει η πιστώτρια τράπεζα μόνο στην περίπτωση που ο δανειολήπτης χαρακτηρισθεί μη συνεργάσιμος, δηλαδή δεν παρέχει πλήρη και επικαιροποιημένα στοιχεία προς τους δανειστές για την τρέχουσα οικονομική του κατάσταση. Σημειώνεται, βεβαίως, ότι από τις διαδικασίες του Κώδικα εξαιρούνται τα δάνεια που έχουν καταγγελθεί (δηλαδή υπάρχει καθυστέρηση καταβολής δόσεων άνω των 90 ημερών) και επομένως η μόνη διέξοδος σε αυτή την περίπτωση είναι η προσφυγή στον νόμο Κατσέλη.