Με καλά λόγια για τους απαγωγείς του και για τη συμπεριφορά που του επιφύλαξαν, κατέθεσε ενώπιον του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων όπου εκδικάζεται σε δεύτερο βαθμό η υπόθεση του λεγόμενου «νέου συνδικάτου του εγκλήματος» με πρωταγωνιστές τους Παναγιώτη Βλαστό και Γιάννη Σκαφτούρο. Η απαγωγή με λύτρα 30 εκατομμρυίων που παραμένουν άφαντα, είχε γίνει στις στις 12 Ιανουαρίου του 2009: "Μου έδιναν ανελλιπώς τα φάρμακά μου χωρίς τα οποία θα είχε κινδυνέψει η ζωή μου" υπογράμμισε ο μάρτυρας και συμπλήρωσε: «Οι απαγωγείς ήταν ευγενικοί μαζί μου. Με πρόσεξαν και προσπάθησαν να βρουν τα εξειδικευμένα φάρμακα που έπρεπε να παίρνω, παρά τον κίνδυνο να εντοπιστούν. Εύχομαι τα χρήματα αυτά να τους κάνουν καλύτερους ανθρώπους. Η σύζυγός μου έδωσε έναν τιτάνιο αγώνα για να μαζευτούν τα λύτρα αμέσως».
Τις καταθέσεις του εφοπλιστή Περικλή Παναγόπουλου και της συζύγου του Κατερίνας Παναγοπούλου για την υπόθεση της απαγωγής πρώτου, άκουσαν σήμερα οι δικαστές του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων ενώπιον του οποίου δικάζονται σε δεύτερο βαθμό οι 18 κατηγορούμενοι ως μέλη του λεγόμενου «συνδικάτου του εγκλήματος», μεταξύ των οποίων οι βαρυποινίτες Παναγιώτης Βλαστός και Ιωάννης Σκαφτούρος.
Ο κ. Παναγόπουλος αναφέρθηκε στο δικαστήριο - που συνεδριάζει εδώ και μήνες στην αίθουσα των φυλακών Κορυδαλλού - στα γεγονότα που έγιναν από τις 12 Ιανουαρίου 2009 όταν απήχθη, έως τις 20 του μήνα, οπότε απελευθερώθηκε από τους απαγωγείς του με λύτρα 30 εκατομμύρια ευρώ που τους παρέδωσε η σύζυγος του.
Στην κατάθεσή του ο εφοπλιστής τόνισε, όπως είχε συμβεί και στην πρωτοβάθμια δίκη, ότι οι απαγωγείς του, του είχαν φερθεί με πολλή ευγένεια, ενώ, όπως ανέφερε, φρόντισαν κατά την διάρκεια της κράτησης του να του δίνουν ανελλιπώς τα φάρμακα του «χωρίς τα οποία θα είχε κινδυνεύσει η ζωή μου».
Αντίστοιχα, η κα Παναγοπούλου κατέθεσε, μεταξύ άλλων, στους Εφέτες ότι η ψυχραιμία του συζύγου της είχε βοηθήσει στην καλή έκβαση της απαγωγής. Ανέφερε επίσης ότι ακόμη και τώρα όταν συζητούν με τον σύζυγο της την περιπέτεια που έζησαν, εκείνος της λέει για το σεβασμό και την καλοσύνη που του είχαν δείξει οι απαγωγείς του.
Υπενθυμίζεται ότι για την απαγωγή του εφοπλιστή έχουν καταδικαστεί σε πρώτο βαθμό ως ηθικοί αυτουργοί οι Παναγιώτης Βλαστός και Ιωάννης Σκαφτούρος και ως φυσικοί αυτουργοί οι Αριστομένης Κλεφτόγιαννης, Γιώργος Κατσαγιάννης, Απόστολος Πετράκης και Χαράλαμπος Μουστάκας.
Το δικαστήριο είχε επιβάλει στους τέσσερις πρώτους, ποινή ισόβιας κάθειρξης για την απαγωγή του εφοπλιστή.
Η δικογραφία για την δράση του αποκαλούμενου «συνδικάτου του εγκλήματος» περιλαμβάνει την κατηγορία της συγκρότησης και ένταξης σε εγκληματική οργάνωση και άλλες πράξεις, όπως η δολοφονία του επιχειρηματία Ι. Γούσιου το 2008 στο Γαλάτσι, για την οποία καταδικάστηκαν σε δεύτερη ποινή ισοβίων οι Βλαστός και Σκαφτούρος, εκρήξεις κ.α.
Στο εδώλιο για την εγκληματική δραστηριότητα της ομάδας κάθεται και ο Βασίλης Στεφανάκος ο οποίος σε πρώτο βαθμό καταδικάστηκε σε κάθειρξη 25 ετών.
Υπενθυμίζεται ότι οι Βλαστός, Σκαφτούρος και Στεφανάκος είναι εκ νέου κατηγορούμενοι ως ηγετική ομάδα εγκληματικής οργάνωσης στην αποκαλούμενη υπόθεση των «νονών των φυλακών» που χειρίζονται οι ανακριτές Διαφθοράς.
Περικλής Παναγόπουλος: «60 χρόνια, Βίος και Ναυτιλία» είναι ο τίτλος του βιβλίου, που εξιστορεί την ζωή του εφοπλιστή Περικλή Παναγόπουλο. Το βιβλίο εκδόθηκε από τον εκδοτικό οίκο «Επτάλοφος». Ο εφοπλιστής αφηγήθηκε στην Εύα Αρβανίτη – Μιχαλοπούλου και, η οποία στη συνέχεια ξετύλιξε τη ζωή του στις σελίδες του βιβλίου. Αναμφισβήτητα ο Περικλής Παναγόπουλος είναι μια κορυφαία προσωπικότητα της Ναυτιλίας των Ελλήνων.
Στην αφήγηση του ο εφοπλιστής αποκαλύπτει πολλά από τη ζωή του, τα περισσότερα από τα οποία εξιστόρησε στη Ναυτιλιακή Λέσχη Πειραιά, λίγες ημέρες μετά την απελευθέρωση του από τους απαγωγείς του.
Ωστόσο, θα επιχειρήσω σε πρώτη ανάγνωση να εντοπίσω ορισμένα σημεία του βιβλίου και της αφήγησης του, τα οποία θέλουν περισσότερη διερεύνηση από τους ερευνητές. Βέβαια, είναι πολλά τα σημεία της επιχειρηματικής ζωής του που δεν θίγονται στο βιβλίο, για τα οποία συνειδητά τα αποφεύγει. Προφανώς δεν θέλησε να επεκταθεί σε λεπτομέρειες και έτσι δεν μάθαμε την άποψη του για πρόσωπα και καταστάσεις τις οποίες χειρίστηκε με αποτελεσματική δεξιότητα.
Θα ήθελα να ξεκαθαρίσω από την αρχή ότι θεωρώ τον Περικλή Παναγόπουλο έναν ιδιαίτερα ευφυή άνθρωπο, που απέδειξε στα 60 και πλέον χρόνια της ενασχόλησης του με τη ναυτιλία ότι ο κάθε άνθρωπος έχει μια ξεχωριστή και μοναδική προσωπικότητα.
Αλλά, πάμε να δούμε μερικά σημεία της αφήγησης του:
Στην αρχή του βιβλίου αναφέρει ότι «οφείλω ένα μεγάλο ευχαριστώ σε όλους όσοι μου συμπαραστάθηκαν στη διαδρομή μου, καταρχήν στην οικογένεια μου, τη σύζυγο μου, την κόρη μου και τον γιό μου, τους συνεργάτες μου, τους ναυτικούς και την ευρύτερη ναυτική οικογένεια». Δεν λέει κουβέντα για την πρώτη του γυναίκα. Την ιταλίδα Μπρούνα Μπαρίλα, που την νυμφεύθηκε στη Γένοβα. Ελάχιστα πράγματα αφιερώνει στο βιβλίο για την πρώτη του γυναίκα, η οποία του γέννησε τα δύο παιδιά του. Την Ειρήνη και τον Αλέξανδρο. Η παράλειψη αυτή επιδέχεται πολλές ερμηνείες, αλλά θεωρώ ότι ίσως υποβαθμίστηκε από τη συγγραφέα.
Το δεύτερο σημείο, που μου έκανε εντύπωση είναι το γεγονός ότι ενώ ο πατέρας του Σταύρος Παναγόπουλος, βασανίστηκε από τους Γερμανούς κατακτητές και πέθανε τελικά στις 14 Δεκεμβρίου του 1942, δεν έδωσε το όνομα του πατέρα του στον γιό του, τον οποίο βάφτισε Αλέξανδρο. Κάθε παιδί έχει ένα δέος για τον πατέρα του, πολύ δε περισσότερο όταν ο πατέρας του ουσιαστικά φονεύθηκε από τους Γκεσταμπίτες. Δεν ένιωσε την ανάγκη ούτε καν να εξηγήσει γιατί το παιδί του δεν τον έβγαλε Σταύρο, αλλά Αλέξανδρο. Ο Σταύρος Παναγόπουλος, προφανώς και από ότι λένε άλλες μαρτυρίες ήταν ένας που πολέμησε από την αρχή τους Γερμανούς. Ήταν ιδιοκτήτης ενός ξενοδοχείου, του «Βέτο», που επιτάχθηκε αμέσως μετά την είσοδο των Γερμανών στην Αθήνα. Μάλιστα, ο πατέρας του Σταύρος, είχε αποφασίσει να φύγει από τους πρώτους στο βουνό, αλλά δεν πρόλαβε. Το ομολογεί στην αφήγηση του ο Π. Παναγόπουλος. Λέει χαρακτηριστικά: «ανήσυχος, αλλά ψυχωμένος πατριώτης ο Σταύρος υπήρξε ορμητικός και μάλλον ευενθουσίαστος χαρακτήρας. Είχε πείσει τον μεγαλύτερο γιο, τον Λυκούργο πως έπρεπε να φύγουν στα βουνά, για να πολεμήσουν τον κατακτητή. Τα καλά θαμμένα στον κήπο όπλα και πυρομαχικά είχαν αυτόν τον σκοπό. Σκόπευαν να τα ξεθάψουν και να φύγουν για τα βουνά». Τα χρόνια της Κατοχής και της δραστηριότητας του πατέρα του, τα αγνοούσαν ακόμα και τα παιδιά μέχρι και πρόσφατα. Αυτό προκύπτει από την αντίδραση τους ύστερα από ένα δημοσίευμα που ζητούσαν λεπτομέρειες για αυτήν την περίοδο.
Ένα αδιευκρίνιστο σημείο είναι ακόμα αυτό που αναφέρεται ότι από το 1951 μέχρι το 1956 ταξίδευε τα καλοκαίρια στα βαπόρια του Ευγένιου Ευγενίδη. Από την μετέπειτα αφήγηση δεν προκύπτει ότι τα μπάρκα κράτησαν τόσα χρόνια.
Η φιλοσοφία του Περικλή Παναγόπουλου επικεντρώνεται σε αυτό που λέει στην αφήγηση του «Όσα και αν κερδίζεις κι όσα περισσότερα κι αν κερδίζεις, έρχεται κάποια στιγμή που θέλεις ακόμα περισσότερα, γιατί αυτά που κερδίζεις δεν σου φτάνουν». Δεν είναι απληστία, αλλά είναι η κοσμοθεωρία του. Ο μικρός ήθελε να βγάλει, λεφτά, πολλά λεφτά και τα κατάφερε. Δεν στραβοκοίταξε αλλού. Άλλωστε το πιστεύω του ήταν ότι «ο κόσμος των επιχειρήσεων δεν προσφέρεται ούτε χαρίζεται σε «μύωπες και πρεσβύωπες». Είναι φτιαγμένος μόνο για όσους έχουν το βλέμμα καθαρό». Μάλιστα, όταν πώλησε την Royal Cruise Line μου δήλωσε ότι «τα πάντα πωλούνται, αρκεί να είναι καλή η τιμή. Συναίσθημα με αντικείμενα δεν υπάρχει». Το ίδιο έκανε πολλά χρόνια αργότερα όταν πώλησε στον Ανδρέα Βγενόπουλο την Attica Group.
Τα χρήματα που έβγαλε από τις δύο αυτές πωλήσεις εταιρειών, λέγεται ότι αποκόμισε πάνω από 500 εκατ. Ευρώ, ενώ από άλλες δραστηριότητες δημιούργησε ένα πλούτο που λίγοι στον κόσμο τα κατάφεραν.
Στον τομέα της επιβατηγού ναυτιλίας, στα κρουαζιερόπλοια και στα ακτοπλοϊκά πλοία ο Περικλής Παναγόπουλος ήταν πρωτοπόρος. Κατασκεύασε νεότευκτα πλοία και παρέσυρε όλους τους ανταγωνιστές του σε αθρόες ναυπηγήσεις που τους οδήγησε αντικειμενικά σε χρεωκοπία, ενώ εκείνος κατόρθωσε να τα ξεφορτωθεί εγκαίρως αποκομίζοντας τεράστια οικονομικά οφέλη.
Βέβαια ένας ανταγωνιστής του, τον «κοντράρισε» γερά. Ήταν ο Παντελής Σφηνιάς, ο οποίος διαπραγματεύτηκε την αγορά από τον Περικλή Παναγόπουλο τα πλοία και την εταιρεία του, όμως αυτή η συμφωνία δεν ολοκληρώθηκε εξ αιτίας του ναυαγίου του «Εξπρές Σαμίνα» και την αυτοκτονία του Π. Σφηνιά. Για αυτή την περίοδο δεν αναφέρει κουβέντα.
Ο Π. Παναγόπουλος είναι ατσαλάκωτος άνθρωπος. Στην συμπεριφορά του, στο ντύσιμο του, στην επιχειρηματική του δραστηριότητα. Δεν ήθελε «οι σκουριές» ούτε να τον ακουμπήσουν. Ήταν προσιτός, αλλά και σε κρατούσε και σε απόσταση. Δεν έκανε τίποτα αυθόρμητα, αλλά τα πάντα τα προγραμμάτιζε. Ήταν ένας ανθρώπινος ...υπολογιστής που δεν έπεφτε ποτέ έξω. Ο «σέρβερ» του είναι κατασκευασμένος φαίνεται από τέτοιο υλικό που όμοιο του ίσως υπάρχει σε άλλους πλανήτες.
Υ.Γ.: Όταν απελευθερώθηκε από τους απαγωγείς του με πήρε τηλέφωνο και με ευχαρίστησε για την συμμετοχή σε τηλεοπτικά παράθυρα και την στάση που κράτησα σε όλη τη διάρκεια της περιπέτειας του. Μάλιστα, όταν με είδε για πρώτη φορά στο ξενοδοχείο «Μετροπόλιταν», με φώναξε διακριτικά και μου ψιθύρισε στο αυτί: «αν ήσουν εσύ Σάββα, μου είπε, δεν θα χώραγες στο πορτ μπαγκάζ». Το χιούμορ, δεν αφήνει περιθώρια, για παρερμηνείες, σε σφάζει σαν βαμβάκι....έτσι «έσφαζε» και τους ανταγωνιστές του.