Στα όριά της φτάνουν οι διαπραγματεύσεις με τους δανειστές, αλλά και οι αντοχές της ελληνικής οικονομίας. Οι ανησυχίες της Ευρώπης για το πρόβλημα ρευστότητος -παρότι στο εσωτερικό της χώρας η κυβέρνηση σπεύδει να καθησυχάζει ότι δεν υπάρχει άμεσως κίνδυνος- ρίχνουν βαριά σκιά στην επταμερή συνάντηση που θα έχει στις Βρυξέλλες σήμερα ο πρωθυπουργός, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής, αλλά και στο Βερολίνο την Δευτέρα με την Άγκελα Μέρκελ.
Τον κώδωνα του κινδύνου σήμανε και ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Γιάννης Δραγασάκης μιλώντας στην τηλεόραση του Alpha λέγοντας ότι αν δεν βρεθεί λύση με τους εταίρους, θα έχουμε άμεσο πρόβλημα ρευστότητας. «Από τον περασμένο Αύγουστο δεν έχουμε πάρει δόση και πληρώνουμε και εμείς και η προηγούμενη κυβέρνηση όλες τις υποχρεώσεις στους εταίρους. Έχουμε μια οικονομία που παίρνει χρήματα για να πληρώνει δάνεια και αυτό δημιουργεί ασφυξία. Πρόβλημα ρευστότητας υπάρχει, έχουμε υποχρεώσεις που για να καλυφθούν θα πρέπει να υπάρξει καλή συνεργασία με τους εταίρους. Θα υπάρξει πρόβλημα εάν δεν εξασφαλιστεί πως όλοι οι θεσμοί και οι φορείς δεν παίξουν το ρόλο τους», είπε. Διαβάστε αναλυτικά όλα όσα δήλωσε ο κ. Δραγασάκης εδώ
Μέχρι την τελευταία στιγμή πάντως, το σχέδιο της κυβέρνησης ήταν να μην συνοδεύσει τελικά στις Βρυξέλες τον Αλέξη Τσίπρα ο κύριος Γιάννης Βαρουφάκης, πιθανότατα για να μην αποτελέσει και «κόκκινο πανί» στην πιο κρίσιμη ώρα της πολιτικής διαπραγμάτευσης. Και αυτό παρότι ο υπουργός Οικονομικών θα μεταβεί και εκείνος την επόμενη ημέρα στην βελγική πρωτεύουσα, προκειμένου να μιλήσει το Σάββατο το βράδυ στο Brussels Forum που διοργανώνει το German Marshall Fund, όπου θα βρεθεί ανάμεσα σε υψηλούς προσκεκλημένους όπως ο πρώην πρόεδρος της ΕΕ Χέρμαν Βαν Ρομπάι ή ο μεγαλοεπενδυτής Τζορτζ Σόρος.
Και χθες πάντως, στη συνεδρίαση του Κολλεγίου των Επιτρόπων στις Βρυξέλες, ήταν διάχυτη η ανησυχία για την κατάσταση στην Ελλάδα, δεδομένου και ότι οι τεχνικές διαβουλεύσεις στην Αθήνα ναυάγησαν. Ωστόσο τα τεχνικά κλιμάκια πήραν εντολή να παραμείνουν σε θέση αναμονής στην Αθήνα, έχοντας κάποιες «χαλαρές» συναντήσεις με εκπροσώπους του υπουργείου Οικονομικών –κυρίως για φορολογικά θέματα που έχουν σχέση και με τις νέες ρυθμίσεις χρεών.
Η κατάσταση πάντως «μυρίζει μπαρούτι», καθώς τα μηνύματα που φτάνουν στις Βρυξέλες για τη χώρα μας είναι μάλλον ανησυχητικά. Η εικόνα που έχουν οι Θεσμοί είναι ότι τα ταμειακά διαθέσιμα έχουν «ξύσει» τον πάτο και εκφράζεται ανησυχία για την επάρκεια ρευστότητος του δημοσίου, ενόψει και των πληρωμών ύψους 2 δισ. ευρώ που επίκεινται την Παρασκευή.
Η κατάσταση φαίνεται να ειναι οριακή, καθώς εχθές η ΕΚΤ έδωσε μικρή μόνο ανάσα, μόλις 400 εκατ. ευρώ στις τράπεζες από τον ELA, αν και αυτές δίνουν μεγάλη μάχη για να κρατήσουν επαρκή ρευστότητα –για να αγοράζουν τα έντοκα γραμμάτια που εκδίδει το δημόσιο αλλά και να αντέξουν στις πιέσεις και νέες εκροές που προκαλούν δηλώσεις ευρωπαίων αξιωματούχων για λύσεις «τύπου Κύπρου» στη χώρα μας. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα επανεξετάσει το ελληνικό θέμα και την ερχόμενη εβδομάδα.
Εχθές πάντως το ελληνικό δημόσιο κατάφερε να δανειστεί τελικά 1,6 δισ. από έντοκα γραμμάτια, για να έχει να πληρώσει την Παρασκευή. Για ώρα ανάγκης βρίσκονται άλλα 3 δισ. διαθέσιμα για την χώρα μας από τον ELA.
Ωστόσο οι δανειακές εκκρεμότητες της χώρας μας είναι μεγάλες και φτάνουν στα 6,5 δισ. μέχρι τέλος Ιουνίου, όπως φάνηκε και από το έγγραφο του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους – ΟΔΔΗΧ, το οποίο κατατέθηκε στη Βουλή. Σύμφωνα με αυτό, για την εξυπηρέτηση του Δημοσίου Χρέους απαιτούνται 2,2 δισ . ευρώ τον Μάριο, άλλα 0,82 δισ. ευρώ τον Απρίλιο, τον Μάιο 1,03 δισ. ευρώ και τον Ιούνιο 2,5 δισ. ευρώ. Παράλληλα όμως θα πρέπει να εξυπηρετούνται και οι ανάγκες πληρωμών στο εσωτερικό, για μισθούς, συντάξεις και άλλα έξοδα του δημοσίου, που ξεπερνούν τα 3,5 δισ. το μήνα. Για να καλυφθούν θα πρέπει η κυβέρνηση να εξασφαλίσει αυξημένα έσοδα από εισπράξεις φόρων και ρυθμίσεις χρεών (παρότι όμως ο Μάρτιος θεωρείται παραδοσιακά κακός μήνας για τα κρατικά έσοδα) ή να εξαντλήσει την ρευστότητα φορέων του δημοσίου, αξιοποιώντας τα ταμειακά διαθέσιμά τους που βρίσκονται στις τράπεζες.
Η ώρα των αποφάσεων για το ελληνικό πρόβλημα έφτασε. Η χώρα είναι με την πλάτη στον τοίχο, καθώς οι δανειστές επιμένουν στη σκληρή γραμμή και αρνούνται να παράσχουν ρευστότητα και ομαλή χρηματοδότηση στην Αθήνα, ζητώντας από την κυβέρνηση Τσίπρα να εφαρμόσει ουσιαστικά τις μνημονιακές δεσμεύσεις της προηγούμενης συγκυβέρνησης.
Από την πλευρά του ο πρωθυπουργός, που φτάνει το μεσημέρι στις Βρυξέλλες (συνοδευόμενος από τους κ.κ. Χουντή και Τσακαλώτο) για τη Σύνοδο Κορυφής, είναι αποφασισμένος να τηρήσει μια βασική κόκκινη γραμμή, αυτή που λέει όχι στη λήψη μέτρων λιτότητας.
Η καχυποψία είναι δεδομένη, με την ελληνική κυβέρνηση να θεωρεί ότι οι σκληροί κύκλοι της Ευρώπης θέλουν να την υπονομεύσουν, ακόμη και να τη ρίξουν, ενώ η πλευρά των δανειστών θεωρεί ότι η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα δεν υλοποιηθεί τις δεσμεύσεις του προηγούμενου προγράμματος, ούτε όμως και προωθεί τις μεταρρυθμίσεις που έχει υποσχεθεί από τις 20 Φεβρουαρίου.
Μέσα σε αυτό το κλίμα θα ξεκινήσει η Σύνοδος Κορυφής λίγο μετά το μεσημέρι σήμερα, αλλά το ενδιαφέρον στρέφεται στην επταμερή συνάντηση που ζήτησε ο πρωθυπουργός και στην οποία θα μετέχουν, εκτός από τον ίδιο ο Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, η Άγκελα Μέρκελ, ο Φρανσουά Ολάντ, ο Μάριο Ντράγκι και Ντόναλντ Τουσκ, πρόεδρος του συμβουλίου αλλά και ο Πρόεδρος του Eurogroup Γέρουν Νταϊσελμπλουμ. Σύμφωνα με πληροφορίες, στην ελληνική αποστολή υπάρχει έντονη δυσαρέσκεια για τη συμμετοχή Ντάισελμπλουμ στη συνάντηση. Η συνάντηση θα γίνει στις 9 το βράδυ, μόλις ολοκληρωθούν οι σημερινές εργασίες της Συνόδου.
Από την ελληνική πλευρά γίνονται προσπάθειες να υπάρξουν διαδοχικά ραντεβού Τσίπρα με Μέρκελ και Ολάντ, στις 7, πριν δηλαδή την επταμερή συνάντηση.
Ο κ. Τσίπρας θα ζητήσει πολιτική λύση στη βάση της απόφασης που έλαβε το Εurogroup στις 20 Φεβρουαρίου, να δοθεί δηλαδή χρόνος και δημοσιονομικός χώρος στην ελληνική κυβέρνηση προκειμένου να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις που έχει υποσχεθεί, χωρίς να προκαλεί όμως νέα ελλείμματα.
Από την πλευρά τους οι Ευρωπαίοι θα ζητήσουν συγκεκριμένα μέτρα και δράσεις από την κυβέρνηση Τσίπρα, ενώ αναμένεται να θέσουν και θέματα που σχετίζονται με το πώς συμπεριφέρεται η Αθήνα στους Θεσμούς, καθώς θεωρούν ότι δεν υπάρχει αναγνώριση του ρόλου τους από τη νέα ελληνική κυβέρνηση. Δεν αποκλείεται να θέσουν ακόμη και θέμα Βαρουφάκη, αν και το Μέγαρο Μαξίμου διέψευσε τις φήμες ότι ο κ. Γιούνκερ ζήτησε από τον κ. Τσίπρα να περιορίσει κάπως τον υπουργό Οικονομικών.
Με τα δεδομένα που υπάρχουν μέχρι τώρα είναι μάλλον δύσκολο να υπάρξει σύγκλιση απόψεων. Ιδίως όταν η πλευρά των δανειστών επιμένει ότι πριν από όλα πρέπει να κριθεί η ελληνική κυβέρνηση από τα τεχνικά κλιμάκια, κάτι που η Αθήνα αρνείται, καθώς πιστεύει ότι το ελληνικό πρόβλημα, δεν πρέπει να αντιμετωπιστεί από την οπτική των αριθμών, που έτσι κι αλλιώς δεν βγαίνουν πέντε χρόνια τώρα, αλλά με συνεκτίμηση όλων των παραγόντων, ακόμη και των γεωπολιτικών. Σε αυτό το πεδίο άλλωστε θα επιχειρήσει να μεταφέρει τη συζήτηση ο κ. Τσίπρας απόψε, αξιοποιώντας και την παρέμβαση του Αμερικανού προέδρου Ομπάμα, ο οποίος τηλεφώνησε στην κυρία Μέρκελ, ζητώντας να υπάρξει ένας ρεαλιστικός συμβιβασμός.
Η σημερινή διαβούλευση πάντως θεωρείται μια από τις τελευταίες ευκαιρίες για την εξεύρεση λύσης, με τη συνάντηση Μέρκελ - Τσίπρα την ερχόμενη Δευτέρα στο Βερολίνο να είναι μια καθοριστική πράξη του δράματος.
Δεν θα υπάρξει τελική απόφαση για την Ελλάδα στη Σύνοδο Κορυφής ή στη συνάντηση της Άνγκελα Μέρκελ με τον Έλληνα πρωθυπουργό στο Βερολίνο τη Δευτέρα, όπως η ίδια η Γερμανίδα Καγκελάριος είπε σήμερα, μιλώντας στη γερμανική Bundestag.
Σε νέες της δηλώσεις, εν όψει της σημερινής Συνόδου, η κυρία Μέρκελ προειδοποίησε ότι η ελληνική κρίση δεν έχει τελειώσει, υπογραμμίζοντας ότι η λύση στο ελληνικό ζήτημα μπορεί να βασιστεί μόνο στις συμφωνίες του Eurogroup και πως η χώρα θα ξεπεράσει τα προβλήματά της, «αν μείνει στις συμφωνίες».
Στην Ελλάδα «μένει ακόμη να διανυθεί ένας πολύ δύσκολος δρόμος» δήλωσε η καγκελάριος και επανέλαβε ότι η Αθήνα πρέπει να αντιληφθεί τη βοήθεια που της δίδεται ως υποχρέωση για δημοσιονομική σταθερότητα και μεταρρυθμίσεις.
Ωστόσο, η κυρία Μέρκελ είπε ότι ανυπομονεί να συναντηθεί με τον Έλληνα πρωθυπουργό.
«Κάλεσα τον Αλέξη Τσίπρα στο Βερολίνο και χαίρομαι για την επίσκεψή του. Θα έχουμε χρόνο να μιλήσουμε εκτενώς, ίσως και για να συζητήσουμε», δήλωσε μιλώντας στο γερμανικό Κοινοβούλιο και επισήμανε ότι «κανείς δεν μπορεί να περιμένει μια λύση για τα προβλήματα της Ελλάδας ήδη σήμερα το βράδυ στις Βρυξέλλες ή τη Δευτέρα το βράδυ» καθώς «λύση των προβλημάτων θα μπορέσει να υπάρξει μόνο στη βάση αυτών που συμφωνήθηκαν από κοινού στο Eurogroup».
«Καμία συνάντηση σε στενό κύκλο δεν μπορεί και δεν πρόκειται να υποκαταστήσει τη συμφωνία του Eurogroup», υπογράμμισε.
Η καγκελάριος επισήμανε ακόμη ότι η Ελλάδα απέχει πολύ από το να αφήσει πίσω της την κρίση και μένει ακόμη να διανύσει έναν πολύ δύσκολο δρόμο.
«Είναι και σήμερα εξίσου ξεκάθαρο όπως το 2010, όταν οι Ευρωπαίοι εταίροι έδωσαν στην Ελλάδα με μια μεγάλη πολιτική και οικονομική προσπάθεια το πρώτο πακέτο βοήθειας, μόνο με μια τέτοια μεγάλη προσπάθεια θα μπορέσει αυτό να επιτευχθεί. Μόνο με αυτή την κοινή προσπάθεια ευρωπαϊκής αλληλεγγύης και ίδιας ελληνικής προσπάθειας. Μόνο με το να βοηθήσει η μια πλευρά και η άλλη πλευρά να αντιληφθεί αυτήν τη βοήθεια ως υποχρέωση. Ως υποχρέωση να τακτοποιήσει τον προϋπολογισμό της, να κάνει μεταρρυθμίσεις και να εργαστεί στην κατεύθυνση ώστε κάποια μέρα να μην χρειάζεται πλέον βοήθεια. Μόνο έτσι μπορεί να γίνει. Με το να κάνεις συμφωνίες και όλοι να τις τηρούν» είπε και επανέλαβε ότι «αν καταστραφεί το ευρώ, θα καταστραφεί και η Ευρώπη».
Σύμφωνα με την κυρία Μέρκελ, πρόκειται για κάτι πολύ περισσότερο από ένα νόμισμα.
«Είναι μαζί με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς η πιο ισχυρή έκφραση της βούλησής μας να ενώσουμε ειρηνικά τους λαούς της Ευρώπης», σημείωσε και κατέληξε αναφέροντας ότι η Ευρώπη κατάφερε από μια ήπειρος του πολέμου να εξελιχθεί σε ενωμένη Ευρώπη και αυτό επιτεύχθηκε «με δημιουργικότητα και τήρηση των συμφωνιών, κατανόηση και προθυμία για συμβιβασμούς».
Γιούνκερ: Δεν είμαι σίγουρος ότι η Ελλάδα δεν θα βγει από την Ευρωζώνη
Την ίδια ώρα, την αβεβαιότητα και την ανησυχία του σχετικά με τις διαπραγματεύσεις για το μέλλον της Ελλάδας στην Ευρωζώνη εξέφρασε την Πέμπτη ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, στέλνοντας παράλληλα νέο μήνυμα στην ελληνική κυβέρνηση να προχωρήσει σε μεταρρυθμίσεις.
Σε συνέντευξή του στον γαλλικό ραδιοφωνικό σταθμό Europe 1, λίγες ώρες πριν από τη Σύνοδο Κορυφής στις Βρυξέλλες και την επταμερή συνάντηση που ζήτησε και θα έχει στις Βρυξέλλες το βράδυ ο Αλέξης Τσίπρας, ο κ. Γιούνκερ ανέφερε ότι δεν μπορεί να πει με σιγουρία ότι η Ελλάδα δεν θα βγει από το ευρώ.
Συγκεκριμένα, ερωτηθείς σχετικά με το αν η Ελλάδα μπορεί να υποχρεωθεί να βγει από την ευρωζώνη, είπε: «Όχι, αλλά πρόκειται για έναν διάλογο, ελπίζω έντιμο, ανάμεσα στην αλληλεγγύη των μεν και τη σταθερότητα των δε».
Στις νέες του δηλώσεις ο κ. Γιούνκερ τόνισε ακόμη πως η ΕΕ πρέπει να κάνει ό,τι είναι δυνατόν για να εξέλθει η Ελλάδα από την κατάσταση στην οποία βρίσκεται.
Ερωτηθείς σχετικά με τον αν θεωρεί ότι η σημερινή (ελληνική) κυβέρνηση χρησιμοποιεί «διαφορετικές γλώσσες» ο κ . Γιούνκερ τόνισε ότι αγαπάει πολύ την Ελλάδα και τους Έλληνες «και κυρίως αυτούς που υποφέρουν από τις συνέπειες των προγραμμάτων προσαρμογής».
Επομένως, σημείωσε, «θα πρέπει να κάνουμε τα πάντα και να συμβάλουμε, ώστε να επιτρέψουμε στην Ελλάδα να βγει από το αδιέξοδο, στο οποίο βρίσκεται».
Την ίδια ώρα, όμως, τόνισε πως η Ευρώπη δεν απειλείται από νέο «σεισμό» λόγω της Ελλάδας, καθώς -όπως είπε- έχουν τεθεί σε εφαρμογή μέτρα που της επιτρέψουν να ανταποκριθεί καλύτερα στην κρίση, «αν υπάρξει νέα κρίση».
Μεταξύ άλλων, πάντως, ο κ. Γιούνκερ είπε πως στη σημερινή συνάντησή του με τον Έλληνα πρωθυπουργό θα επαναλάβει αυτά που του έχει ήδη πει τις δύο προηγούμενες φορές.
«Θα του επαναλάβω αυτά που του έχω πει τις δύο φορές που συναντηθήκαμε. Ότι η Ελλάδα θα πρέπει να ξεκινήσει τις μεταρρυθμίσεις που είναι απαραίτητες, θα πρέπει να λειτουργήσει, έτσι ώστε οι δεσμεύσεις που έχει πάρει σε επίπεδο Eurogroup το 2012, και πρόσφατα, να υλοποιηθούν», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Ακόμη, είπε ότι δεν είναι αλήθεια ότι η Ελλάδα δεν έκανε πολλές προσπάθειες και πρόσθεσε πως δεν είναι σωστό να λέγεται ότι οι Έλληνες είναι λαός τεμπέληδων.
Τέλος, αναφορικά με το ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων σημείωσε πως
πρόκειται για ένα νομικό πρόβλημα ανάμεσα στην Ελλάδα και τη Γερμανία, που δεν αφορά την Ευρώπη.
«Θεωρώ, όμως, ότι αυτό το θέμα γύρω από το οποίο δραστηριοποιήθηκε ιδιαίτερα η νέα ελληνική κυβέρνηση, αποσπά την προσοχή όλων, από αυτό που είναι σήμερα το αναγκαίο για την Ελλάδα», συμπλήρωσε ο κ. Γιούνκερ.
Σουλτς: H οικονομική κατάσταση της Ελλάδας είναι επικίνδυνη
«H οικονομική κατάσταση της Ελλάδας είναι επικίνδυνη», υποστήριξε από την πλευρά του σήμερα το πρωί ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, Μάρτιν Σουλτς, μιλώντας στο γερμανικό ραδιόφωνο.
Σε δηλώσεις του εν όψει της σημερινής Συνόδου Κορυφής ο σοσιαλδημοκράτης πολιτικός προειδοποίησε πως η Αθήνα χρειάζεται τάχιστα δύο έως τρία δισεκατομμύρια ευρώ και τόνισε ότι η Σύνοδος πρέπει να καταλήξει σε κάποιο αποτέλεσμα, εξαίροντας παράλληλα την αναγκαιότητα εξεύρεσης χρημάτων προκειμένου να καλυφθούν οι υποχρεώσεις της Αθήνας.
Ο χρόνος τελειώνει, επεσήμανε ο πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου υπογραμμίζοντας παράλληλα ότι η Ελλάδα θα πρέπει μέχρι το τέλος του μήνα να καταβάλει επιπρόσθετες πληρωμές, καθώς «οι ελληνικές τράπεζες χρειάζονται χρήματα».
«Οι συνομιλίες μεταξύ των θεσμών της, της πρώην τρόικα με την ελληνική κυβέρνηση, δεν έχουν αποφέρει καρπούς. Η ετοιμότητα για συνεργασία με την ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να γίνει καλύτερη. Η Ελλάδα είναι οικονομικά στο χείλος του γκρεμού εξαιτίας άμεσων οφειλών που πρέπει να καταβληθούν», πρόσθεσε ο πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου, Μάρτιν Σουλτς, στο κρατικό ραδιόφωνο «Deutschlandfunk».
Μεταξύ άλλων ανέφερε πως η οικονομική κατάσταση της χώρας είναι επικίνδυνη καθώς -όπως είπε- «βραχυπρόθεσμα είναι αναγκαία δύο ως τρία δισεκατομμύρια για να καλυφθούν τρέχουσες υποχρεώσεις».
«Ο χρόνος είναι πλέον λίγος», προειδοποίησε και πρόσθεσε πως «η χώρα πρέπει μέχρι το τέλος του μήνα να κάνει επιπρόσθετες πληρωμές, οι ελληνικές τράπεζες χρειάζονται χρήματα, οι δυνατότητες της Τράπεζας της Ελλάδος για χρηματοδότηση των τραπεζών έχουν σχεδόν εξαντληθεί».
«Για αυτό θα ήταν καλό να εκπληρώσει τώρα επιτέλους η Ελλάδα τις υποχρεώσεις. στις οποίες έχει δεσμευτεί και τότε θα εισρεύσει ξανά χρήμα από τους εταίρους», συμπλήρωσε, αλλά μεταξύ άλλων τόνισε ότι ακούει με ανησυχία ότι οι συνομιλίες των θεσμών, της πρώην τρόικα με την ελληνική κυβέρνηση, «κινούνται με ρυθμούς χελώνας».
«Η ετοιμότητα για συνεργασία της ελληνικής κυβέρνησης θα πρέπει λοιπόν να βελτιωθεί», κατέληξε.