Καθώς η πανδημία του νέου κορωνοϊού εξακολουθεί να απλώνεται, οι όλο και περισσότερες πληττόμενες χώρες παρακολουθούν με προσοχή τις εξελίξεις στα επίκεντρα του ιού, προσδοκώντας να πάρουν μαθήματα από τον τρόπο που αντιμετωπίζουν την εξάπλωσή του.
Παρόλο που έχει αποδειχθεί ότι τα τεστ για τον κορωνοϊό μειώνουν τον κίνδυνο διασποράς, πολλοί ειδικοί αρχίζουν να συνδέουν τους γενικευμένους ελέγχους με την αύξηση της γενικευμένης ανησυχίας.
Ας πάρουμε για παράδειγμα δύο χώρες που πλήττονται πολύ από τον ιό.
Στη Νότια Κορέα, το ποσοστό τεστ είναι αρκετά υψηλό (3.692 τεστ σε ένα εκατομμύριο ανθρώπους στις 2 Μαρτίου), ενώ το ποσοστό θνησιμότητας μεταξύ των κρουσμάτων αρκετά χαμηλό (περίπου 0,6% ή 66 θανάτους, σύμφωνα με την τελευταία καταμέτρηση).
Στην Ιταλία, αντίθετα, το ποσοστό των τεστ είναι 826 ανά 1.000.000 κατοίκους ενώ το ποσοστό θνησιμότητας περίπου 10 φορές υψηλότερο, με περισσότερους από 2.500 ανθρώπους να έχουν πεθάνει από τον ιό.
Στις ΗΠΑ, ιστορίες για άρρωστους ανθρώπους που κατακλύζουν τα διαγνωστικά ιατρεία και τα νοσοκομεία προκειμένου να κάνουν το τεστ με αποτέλεσμα να διώχνονται επειδή δεν υπάρχει διαθέσιμο τεστ ή επειδή δεν πληρούν τα κριτήρια για να το κάνουν, οδηγούν πολλούς στο να σκεφτούν ότι η έλλειψη τεστ θα μας σκοτώσει όλους.
Πρέπει ωστόσο να γίνει ξεκάθαρο ότι τα περισσότερα τεστ σώζουν ζωές επειδή εμποδίζουν την επόμενη μόλυνση και όχι επειδή επιτρέπουν στους γιατρούς να εντοπίσουν νωρίτερα έναν ασθενή. Το παράδειγμα της «έγκαιρης θεραπείας» λειτουργεί όταν υπάρχει αποτελεσματικό φάρμακο απέναντι σε μια ασθένεια. Η έγκαιρη χορήγηση αντιβιοτικών κατά της σηψαιμίας, σώζει ζωές. Η καθυστερημένη, αφαιρεί.
Ο κορωνοϊός ωστόσο δεν έχει συγκεκριμένη θεραπεία. Πράγματι, το σύνδρομο της ταχέως εξελισσόμενης πνευμονίας που οδηγεί στο θάνατο πολλούς από τους ασθενείς του Covid-19 είναι μία γνωστή κλινική κατάσταση. Πολλές μολύνσεις μπορούν να προκαλέσουν το ίδιο πρόβλημα. Οι γιατροί καλούνται εδώ και χρόνια να την αντιμετωπίσουν.
Οι αρχές της Νότιας Κορέας έχουν πραγματοποιήσει περισσότερα τεστ από οποιαδήποτε άλλη χώρα. Εκτιμάται πως διενεργούνται καθημερινά περίπου 10.000 τεστ, με σκοπό να εντοπιστούν και να περιοριστούν νέες εστίες διάδοσης του ιού.
Στα 500 εξειδικευμένα εργαστήρια και στις 40 κινητές μονάδες της χώρας έχουν πραγματοποιηθεί σχεδόν 250.000 εξετάσεις, όταν στην Ελλάδα ο αριθμός αγγίζει τις 5.000.
Τότε γιατί η Κορέα, η χώρα που λατρεύει τα τεστ, έχει τόσο λίγους θανάτους ενώ η Ιταλία και το μάλλον καθυστερημένο πρόγραμμα ελέγχου της έχει τόσο πολλούς; Οφείλεται μόνο στο ότι περισσότερα τεστ προσθέτουν και τις πιο ήπιες περιπτώσεις στην ομάδα των ασθενών αμβλύνοντας τη στατιστική γύρω από τα επίπεδα των βαριά αρρώστων;
Τεράστιες διαφορές
Είναι αμφίβολο. Πέρα από τα τεστ, ένας ακόμη λόγος φαίνεται να είναι οι τεράστιες διαφορές στα χαρακτηριστικά των μολυσμένων ασθενών, αλλά και στον φόρτο εργασίας των γιατρών και των νοσηλευτών.
Ήδη έχουν γραφτεί πολλά για το πώς ο πληθυσμός της Ιταλίας διαφέρει από τον περισσότερο κόσμο. Σύμφωνα με έκθεση των Ηνωμένων Εθνών του 2015, το 28,6% των Ιταλών είναι άνω των 60 ετών (δεύτερος γηραιότερος στον κόσμο μετά την Ιαπωνία). Αυτό σε σύγκριση με τη Νότια Κορέα όπου μόλις το 18,5% του πληθυσμού είναι άνω των 60.
Ο αντίκτυπος αυτού είναι εύκολα ορατός στην ανάλυση για τα θύματα του κορωνοϊού ανα χώρα. Στην Ιταλία, πάνω από το 90% των 1.000 πρώτων θανάτων αφορούσαν ανθρώπους μεγαλύτερους των 70 ετών.
Στη Νότια Κορέα, αντίθετα, ο κορωνοϊός πλήττει πολύ νεαρότερες ηλικίες. Μόλις το 20% των περιπτώσεων που έχουν διαγνωστεί είναι 60 ετών και πάνω. Το μεγαλύτερο ποσοστό, περίπου 30% των περιπτώσεων αφορά σε ανθρώπους γύρω στα 20.
Έπειτα, είναι και το φύλο. Το ποσοστό κρουσμάτων ανά φύλο παγκοσμίως είναι μοιρασμένο 50-50, αναφορικά όμως με την επιβίωση, υπάρχουν διαφορές. Σύμφωνα με δεδομένα από το αρχικό ξέσπασμα του ιού στην Κίνα, το συνολικό ποσοστό θανάτου είναι 4,7% στους άνδρες έναντι 2,8% στις γυναίκες, μια αρκετά εντυπωσιακή διαφορά. Γεγονός ευχάριστο για τη Νότια Κορέα, όπου το 62% των κρουσμάτων είναι γυναίκες.
Ο ρόλος του καπνίσματος
Το κάπνισμα είναι ένας άλλος παράγοντας που συνδέεται εμφανώς με τα φτωχά ποσοστά επιβίωσης. Τα ποσοστά καπνιστών είναι περίπου τα ίδια ανάμεσα στις δύο χώρες: 24% για τους Ιταλούς, 27% για τους Νοτιοκορεάτες. Ωστόσο οι φυλετικές διαφορές ανάμεσα στους καπνιστές είναι πολύ διαφορετικές. Στην Ιταλία, το 28% των ανδρών έναντι του 20% των γυναικών καπνίζουν, ενώ στην Κορέα, το ποσοστό των καπνιστών ανδρών είναι 50% ενώ των γυναικών λιγότερο από 5% (!).
Με άλλα λόγια, στη Νότια Κορέα οι ασθενείς του κορωνοϊού είναι νεαρές, μη – καπνίζουσες γυναίκες, ενώ στην Ιταλία πρόκειται για ηλικιωμένους και πολύ ηλικιωμένους ασθενείς, πολλοί εκ των οποίων καπνιστές. (Δεν γνωρίζουμε το ποσοστό ανδρών-γυναικών ασθενών, στην περίπτωση της Ιταλίας).
Αυτές οι βασικές δημογραφικές διαφοροποιήσεις εξηγούν τη διαφορά στα ποσοστά θανάτου ανάμεσα σε αυτές τις τόσο ισχυρά πληττόμενες χώρες.