Κτήρια φαντάσματα, γεμάτα ρωγμές και φθορές, απέραντοι σκουπιδότοποι. Οι περισσότερες Ολυμπιακές εγκαταστάσεις εγκαταλείφθηκαν στην τύχη τους και η χώρα μας- που έκανε μια απο τις καλύτερες διοργανώσεις- κινδυνεύει να γίνει πρότυπο προς αποφυγή για τη μεταολυμπιακή διαχείριση των έργων.
Έντεκα χρόνια μετά το τέλος των Ολυμπιακών Αγώνων, στην Αττική έχουν αξιοποιηθεί για αθλητικές ή πολιτιστικές δραστηριότητες ορισμένα μόνο απο τα κτήρια που έζησαν λαμπρές στιγμές το 2004. Πολλά από τα πανάκριβα γήπεδα που κόστισαν εκατομμύρια ευρώ, ειδικά εκείνα που βρίσκονται στην περιοχή του Ελληνικού, αφέθηκαν στο χρόνο που τους προσθέτει «σημάδια». Ακόμα κι αυτά όμως, που χρησιμοποιούνται ακόμα, όπως το κωπηλατοδρόμιο του Σχοινιά, παρουσιάζουν σημεία φθοράς. Μάλιστα, για κάποια υπάρχει σχεδιασμός να πωληθούν από το ΤΑΙΠΕΔ.
Εξαιτίας της εικόνας αυτής, η Ελλάδα τείνει να παρουσιάζεται ως παράδειγμα προς αποφυγή στη διαχείριση των Ολυμπιακών Ακινήτων μετά το τέλος των Αγώνων. Τα πιο επιτυχημένα παραδείγματα, κατά κοινή ομολογία, είναι η Βαρκελώνη, όπου οι αθλητικές εγκαταστάσεις έγιναν «κομμάτι» της ζωής της πόλης και το Λονδίνο. Στη βρετανική πρωτεύουσα όλα τα κτήρια για τις αθλητικές διοργανώσεις των Ολυμπιακών Αγώνων ήταν λυόμενα και αμέσως μετά το πέρας αυτών, δόθηκαν προς ενοικίαση ή προς πώληση.
Οι λάθος επιλογές που κοστίζουν ακόμα χρήμα
Το μπιτς βόλει στο Παλαιό Φάληρο έχει «υποκύψει» στο χρόνο, το Ολυμπιακό Χωριό στοιχειώνει, το κλειστό του Γαλατσίου παραμένει σφραγισμένο και αναξιοποίητο. Τι έφταιξε και όλες αυτές οι επενδύσεις δε μπόρεσαν να γεμίσουν ξανά αθλητές και θεατές ή να φιλοξενήσουν πολιτιστικές εκδηλώσεις;
«Δύο ήταν οι λανθασμένες αποφάσεις που οδήγησαν στη σημερινή κατάσταση», εξηγεί η κα Άσπα Γοσποδίνη, Αρχιτέκτων-Πολεοδόμος, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας: «η πρώτη ότι όλες οι κατασκευές ήταν μόνιμες και όχι λυόμενες. Στο Λονδίνο αμέσως μετά τους Αγώνες, όλα τα κτήρια λύθηκαν και πωλήθηκαν ή δίνονται προς ενοικίαση. Είναι σε λάθος κατεύθυνση η μονιμότητα των κατασκευών, αρχικά γιατί το κόστος είναι πολύ μεγαλύτερο.»