Δελτίο Τύπου - ΡΙΖΟΣΠΑΣΤΙΚΗΣ ΚΙΝΗΣΗΣ ΒΑΡΗΣ ΒΟΥΛΑΣ ΒΟΥΛΙΑΓΜΕΝΗΣ
Το Δημοτικό Συμβούλιο του Δήμου ΒΒΒ αποφάσισε, κατά πλειοψηφία (διαφώνησαν οι Θ. Ματόπουλος και Κ. Πασακυριάκος), τη σύσταση και λειτουργία Τοπικού Συμβουλίου (ΤοΣΠΑ), για την πρόληψη της παραβατικότητας.
Υπό το κράτος του «θεσμικού αυτοματισμού» ψηφίστηκε, όπως και σε πάμπολλους δήμους ανά την επικράτεια, η υλοποίηση μιας εγκυκλίου που προέρχεται από το πρώην Υπουργείο Δημοσίας Τάξεως.
Οι Βασικές ιδέες που διαπνέουν τον «μοντέρνο» θεσμό, σύμφωνα με την ανακοίνωση του Υπουργείου Προστασίας του πολίτη, είναι ότι η Πολιτεία, δηλαδή το Υπουργείο Προστασίας του πολίτη, χαράσσει την αντι-εγκληματική πολιτική και οι πολίτες σε συνεργασία με την Τοπική Αυτοδιοίκηση, την Τοπική
Αστυνομία, τους κοινωνικούς φορείς εφαρμόζουν τα προγράμματα πρόληψης της παραβατικότητας.
Διαβάζοντας προσεκτικά το παραπάνω σκεπτικό για τη δημιουργία και το ρόλο του Τοπικού Συμβουλίου Πρόληψης Παραβατικότητας, γεννιούνται τα εξής ερωτήματα:
- Πως ορίζεται η προβατική συμπεριφορά; Ποιος και με ποια κριτήρια κρίνει κάθε φορά ότι μια συμπεριφορά
είναι παραβατική; Από τη χρήση των όρων έγκλημα και παραβατικότητα, είναι προφανές ότι κάτω από τον ασαφή και γενικόλογο όρο «παραβατικότητα» εντάσσονται τόσο περιπτώσεις εγκληματικής συμπεριφοράς όσο και περιπτώσεις απλής παραβατικότητας. Σύμφωνα δε με το οργανόγραμμα και τη δομή, το θεσμό αυτό στελεχώνει ο κοινοτάρχης, ο Αστυνομικός, ο Παπάς της Ενορίας, ο δάσκαλος
του δημοτικού σχολείου, ο προύχοντας της περιοχής, άντε και δυο – τρεις κοινωνικοί επιστήμονες (οι μόνες θέσεις που παραπέμπουν σε σύγχρονη μητροπολιτική κοινωνία, όλες οι άλλες μας θυμίζουν τα χωριά των παππούδων μας) που θα αποφαίνονται περί παραβατικότητας και θα αποενοχοποιούν τις πολιτικές ευθύνες μιας κοινωνίας που δεν θέλει να δει κατάματα τα προβλήματα και κυρίως τις λύσεις
τους στο πλαίσιο μιας σύγχρονης πόλης.
- Γιατί πολίτες που ανήκουν, στις λεγόμενες «ευπαθείς ομάδες», θεωρούνται εκ των προτέρων «συνήθεις ύποπτοι» για την τέλεση εγκληματικής και παραβατικής συμπεριφοράς; Η ενοχοποίηση συγκεκριμένων
κοινωνικών ομάδων και πολιτών παράγει τον στιγματισμό και τη θυματοποίησή τους. Ταυτόχρονα εντείνει την ρατσιστική αντιμετώπιση πολιτών, όπως οι μετανάστες, οι χρήστες ουσιών, οι νέοι, οι άνεργοι, οι φτωχοί, οι κακοποιημένες γυναίκες και τα εγκαταλειμμένα παιδιά, κατασκευάζει την κοινωνική τους ταυτότητα και τους
εντάσσει αυθαίρετα και απροκάλυπτα στο περιθώριο της τοπικής κοινωνίας.
- Τι εννοούν όταν μιλάνε για συμμετοχή και ενεργό εθελοντική δράση των πολιτών στο τοπικό Συμβούλιο Πρόληψης της παραβατικότητας; Η λογική του αρμόδιου Υπουργείου είναι σαφής, το Υπουργείο χαράσσει την αντι-εγκληματική πολιτική και ο πολίτης την εφαρμόζει. Δηλαδή στοχοποιεί τους συμπολίτες του, τους
γείτονές τους, οποιονδήποτε θεωρεί «επικίνδυνο» για την περιουσία του, τη ζωή του, την ασφάλεια του.
Όσον αφορά δε στον βαθμό υλοποίησης του νέου θεσμού παρατηρούνται τα εξής:
- Ο θεσμός των τοπικών συμβουλίων παραβατικότητας μέχρις στιγμής, όπου και αν συστάθηκε υπολειτουργεί με σοβαρά ζητήματα προσανατολισμού, στόχων, στελέχωσης και πραγματικής παρέμβασης. Αυτό δεν είναι κάτι που μας δυσαρεστεί γιατί είναι καλύτερα να μην λειτουργεί ένας αντιδραστικός θεσμός από το να λειτουργεί, αλλά ακόμα καλύτερο είναι να μην υπάρχει. Όμως και μόνο το γεγονός της σύστασης του πρέπει να μας προβληματίσει.
- Πολλές κριτικές φωνές υποστηρίζουν ότι πρόκειται περί μιας επισημοποίησης του χαφιεδισμού σε τοπικό επίπεδο.
Εμείς θα διαφωνήσουμε με αυτήν την κριτική κυρίως γιατί ακόμα και ο χαφιεδισμός προαπαιτεί έναν μίνιμουμ κοινωνικό ιστό, μια μίνιμουμ οργάνωση της γειτονιάς έστω και σε αντιδραστική κατεύθυνση και κάτι τέτοιο δεν έχουμε, ευτυχώς
σε αυτήν την περίπτωση, τουλάχιστον στις μεγάλες πόλεις ακόμα.
Εμείς πιστεύουμε ότι :
- πρόκειται για έναν επικίνδυνο θεσμό που χρήζει άμεσης απάντησης από εκείνο το τμήμα της τοπικής κοινωνίας που θέλει να αντισταθεί.
- πρόκειται για μια ενσωμάτωση των ζητημάτων κοινωνικής πολιτικής και μέριμνας στο ιδεολογικό πρόσταγμα της ασφάλειας και υπό την κυριαρχία των δυνάμεων καταστολής και επιτήρησης. Γι αυτό και η πραγματικότητα της υπολειτουργίας αυτού του θεσμού μπορεί να μας ευχαριστεί, προσωρινά, αλλά δεν παύει να μας ανησυχεί ακόμα και η συμβολική ύπαρξη του.
- ο πραγματικός ρόλος του θεσμού είναι ιδεολογικός και όχι αποφασιστικός.
- θέτει υπό το πρίσμα της εγκληματολογικής προσέγγισης καθαρά κοινωνικά ζητήματα και αποπροσανατολίζει τους πολίτες δαιμονοποιώντας τα αντί να τα φωτίζει και να ενημερώνει την κοινωνία για την ουσιαστική επίλυση τους.
- επιδιώκει να πείσει την κοινωνία ότι τα διάφορα κοινωνικά προβλήματα που γενούν τις παραβατικότητες μπορούν να λυθούν από κάποιον θολό και απροσδιόριστο κοινωνικό ρόλο της αστυνομίας σε συνεργασία με την τοπική
αυτοδιοίκηση και την εκκλησία.
- παραπέμπει σε μορφές ενός αντιδραστικού κοινοτισμού
- κατασκευάζει, στοχοποιεί και στιγματίζει ως «συνήθεις ύποπτους» κοινωνικές ομάδες και πολίτες όπως οι νέοι, τα εγκαταλειμμένα παιδιά, οι κακοποιημένες γυναίκες, οι μετανάστες, οι άνεργοι κ,λπ.
- συλλέγει - καταγράφει και διατηρεί λίστες με προσωπικά δεδομένα πολιτών, με την αντίληψη που διακατέχει αυτούς που κυρίως συμμετέχουν σε ανάλογες επιτροπές (που θυμίζουν τις επιτροπές Τζ. Μακ Κάρθι στην Αμερική
του ψυχρού πολέμου) και φυσικά δεν έχει κανένα έλεγχο για την χρήση αυτών των ευαίσθητων προσωπικών δεδομένων, όπως ορίζουν οι διεθνείς συμβάσεις-Ευρωπαικές οδηγίες και Εθνική νομοθεσία και η σύγχρονη αντίληψη για τις πόλεις με ενσωμάτωση της διαφορετικότητας και κοινωνική συνοχή .
Για όλα τα παραπάνω, θεωρούμε ότι, αν η Δημοτική αρχή θέλει πραγματικά να ασχοληθεί με τα κοινωνικά προβλήματα
της περιοχής μπορεί να χρηματοδοτήσει τις πραγματικές κοινωνικές υπηρεσίες του δήμου, που δεν σχετίζονται στο
ελάχιστο με θεσμούς καταστολής (αστυνομία) και συγκεκριμένων ιδεολογικών πεποιθήσεων (π.χ. Εκκλησία),
οι οποίες μπορούν να δουν τα ζητήματα από τη ματιά της σύγχρονης πόλης και μπορούν να προσφέρουν πραγματικό
κοινωνικό έργο, με πραγματικές θέσεις εργασίας, από πραγματικούς εργαζόμενους επιστήμονες και διοικητικό προσωπικό
και όχι από επιτροπές αναρμόδιων συμβούλων.