Συναντηθήκαμε στο «Aqua Marina» στη Βουλιαγμένη, λίγο πιο κάτω από το σπίτι στο οποίο διαμένει τα τελευταία 20 χρόνια. Στο πλευρό του βρίσκεται η σύζυγός του Ούρσουλα, την οποία δεν αποχωρίζεται ποτέ. Η σχέση τους μετρά ήδη 30 χρόνια. Αφορμή για τη συνάντησή μας ήταν η επιστροφή του στη νυχτερινή Αθήνα με μια πολύ δυνατή συνεργασία, καθώς κάθε Τρίτη και Τετάρτη θα εμφανίζεται μαζί με τον Τόλη Βοσκόπουλο στο «Baraonda». Ηταν το 1995, όταν ο γνωστός τραγουδιστής πήρε την απόφαση να αποσυρθεί από τη νύχτα και να κάνει σπάνιες φιλικές εμφανίσεις. Πώς αποφάσισε, όμως, να επιστρέψει; «Πέρυσι είχα πάει να δω τον Τόλη Βοσκόπουλο και όταν πήγα στο καμαρίνι του μου έκανε την πρόταση να είμαστε φέτος μαζί. Δεν μπορούσα να του αρνηθώ. Αλλωστε το 1981, όταν είχαμε συνεργαστεί στη “Φαντασία”, είχαμε περάσει καταπληκτικά και το σχήμα είχε γνωρίσει μεγάλη επιτυχία. Είμαι θαυμαστής του Τόλη γιατί τραγουδάει με την ψυχή και είναι απαράμιλλος πάνω στην πίστα. Θεωρώ ότι όλοι οι τραγουδιστές έχουν κλέψει κάτι από την παρουσία του στη σκηνή. Τη λατρεία που γνώρισε ο Βοσκόπουλος, ιδιαίτερα από τις γυναίκες, δεν την έχει γνωρίσει άλλος καλλιτέχνης», διηγείται ο Νίκος Νομικός.
Με τον μέντορά του Στράτο Διονυσίου στη «Φαντασία»
Οι συνεργασίες που έγραψαν
Οταν ήταν μόλις 6 ετών, ο Γιώργος Κοινούσης τον γνώρισε στον Απόστολο Καλδάρα, ο οποίος του έγραψε ένα παιδικό τραγουδάκι με τίτλο «Ο Νικολάκης, το τζιτζίκι». Το τραγούδι έγινε μεγάλη επιτυχία εκείνη την εποχή και λέγεται ότι σε δίσκους 45 στροφών κατείχε την τρίτη θέση σε πωλήσεις μετά το «Νιάου, νιάου, βρε γατούλα» του Μάνου Χατζιδάκι και τη «Μαντουμπάλα» του Στέλιου Καζαντζίδη. Καθώς ο πατέρας του ήταν ναυτικός από τη Σχοινούσα και η μητέρα του από τη Σύμη, αποφάσισε να πάει στη Σχολή Εμποροπλοιάρχων και να γίνει ανθυποπλοίαρχος του Ναυτικού. «Δούλεψα πεντέμισι χρόνια στα καράβια, αλλά δεν είναι ωραία η ξενιτιά. Μου έλειπε η οικογένειά μου, γι’ αυτό και πήγα στο τραγούδι, για να μείνω στη στεριά. Συναντήθηκα τυχαία με τον Καλδάρα, με πήγε στην Columbia και τους άρεσε η μπάσα φωνή μου. Με έβαλαν να τραγουδήσω. Ευτυχώς στο διπλανό στούντιο ήταν η Δήμητρα Γαλάνη, η οποία μου έλεγε πότε να τραγουδώ πάνω στη μουσική. Τους άρεσα.
Με την Αννα Βίσση
Ετσι βγήκα στο τραγούδι το 1975 με συμμετοχή στα “Σήμαντρα” του Καλδάρα, σε στίχους Πυθαγόρα, όπου τραγούδησα πέντε τραγούδια και τα υπόλοιπα η Βίκυ Μοσχολιού. Τότε η Βίκυ ήταν καταξιωμένη, αλλά ποτέ δεν είπε “ποιος είναι ο πιτσιρίκος που θα πει μισό δίσκο με μένα”. Ηταν σαν τη μεγάλη μου αδελφή, με εμψύχωνε και με βοήθησε πολύ. Μου έδειξε όλο το μεγαλείο της ψυχής της», εξιστορεί ο Νίκος Νομικός. Τότε γνώρισε και όλους τους μεγάλους καλλιτέχνες, από τον Βασίλη Τσιτσάνη, τον Μίκη Θεοδωράκη και τον Μάνο Χατζιδάκι μέχρι τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, τη Χάρις Αλεξίου και τον Μανώλη Μητσιά. Μετά έκανε και τον πρώτο προσωπικό του δίσκο, το «Ενα αστέρι γεννιέται», ο οποίος έφτασε τις 100.000 πωλήσεις. Ακολούθησε η «Δροσοσταλιά μου», με τραγούδια του Γιώργου Κριμιζάκη και της Σώτιας Τσώτου, που ξεπέρασε τις 100.000 πωλήσεις, αλλά και το «Χρώμα και φως» με το πολύ πετυχημένο «Θάλασσα, θάλασσα» του Νίκου Ιγνατιάδη.
Πρώτη μεγάλη πίστα στην οποία εμφανίστηκε ήταν η «Φαντασία». «Θυμάμαι την πρώτη φορά το τρακ που είχα και που έχω ακόμα. Λένε, άλλωστε, ότι όσοι δεν έχουν τρακ είναι και ατάλαντοι. (γέλια) Η πρώτη μου συνεργασία ήταν με τον Γιάννη Πουλόπουλο και τον Στράτο Διονυσίου. Με τον Στράτο μείναμε επτά σεζόν μαζί. Από τη “Φαντασία” και τη Θεσσαλονίκη μέχρι την Αυστραλία.
Ελεγαν ότι είμαι ο τραγουδιστής της νεολαίας γιατί είχα βγει με πιο ερωτικά τραγούδια. Θαύμαζα τη σταθερότητα του Στράτου και φυσικά το βάθος της φωνής του. Ηταν μεγάλος δάσκαλος, μου έμαθε να είμαι πιστός στα τραγούδια που ερμηνεύω και να το κάνω μέσα από την ψυχή μου. Οι δυο κλασικές φωνές για μένα ήταν ο Καζαντζίδης και ο Διονυσίου. Τον Καζαντζίδη τον γνώρισα λίγο πριν πεθάνει. Είχαμε συμφωνήσει να ερμηνεύσω κάποια τραγούδια του, αλλά πήγε στη Γερμανία και δεν γύρισε ποτέ», θυμάται.
Με τον Sir του ελληνικού τραγουδιού Γρηγόρη Μπιθικώτση
Ποιες συνεργασίες ξεχωρίζει περισσότερο στον χρόνο; «Με τον Γιώργο Ζαμπέτα. Στην αρχή ήταν λίγο απόμακρος καθότι απαιτητικός. Οταν ξεκινήσαμε, είδε την αποδοχή μου στον κόσμο και με έβαλε να ερμηνεύω πολλά τραγούδια του στο πρόγραμμα. Ο Ζαμπέτας με αγάπησε σαν γιο του και με έλυσε στην πίστα. Ερχόταν με το μπράτσο του μπουζουκιού του και με έσπρωχνε μπροστά στα τραπέζια για να εξοικειωθώ με το κοινό. Συνεργάστηκα ακόμα με τον Σταμάτη Κόκοτα στη “Φαντασία”, με τον οποίο κάναμε και συναυλίες, όπως και με τον Γρηγόρη Μπιθικώτση, τη Μαίρη Λίντα, τη Δούκισσα, τη Λίτσα Διαμάντη, τον Μιχάλη Μενιδιάτη και η λίστα δεν τελειώνει. Ανθρωποι με φωνή και ψυχή, που είχαμε φοβερή συνεργασία», αναφέρει.
Κι εκεί που η επαγγελματική του πορεία ήταν στο αποκορύφωμα, αποφασίζει να αφήσει τη νύχτα. Γιατί; «Το τραγούδι το είχα για χόμπι και πάνω απ’ όλα για μένα ήταν η οικογένειά μου. Αυτό ήρθε σιγά-σιγά, αλλά από τότε που τα παιδιά μου μπήκαν στο Γυμνάσιο ήθελα να είμαι παρών στη ζωή τους και να έχουν την απόλυτη προσοχή μου. Μου έλειπαν τα παιδιά μου. Αλλωστε είχα ολοκληρωθεί ως καλλιτέχνης. Από το 1995 και μετά έκανα επιλεκτικές εμφανίσεις γιατί είμαι ρομαντικός άνθρωπος. Ολες οι δουλειές που έχω κάνει είναι μέσα από την ψυχή μου. Ηθελα, όμως, να βρίσκομαι δίπλα στην οικογένειά μου», λέει, και το βλέμμα του στρέφεται στη γυναίκα του.
Αριστερά, με τον Τόλη Βοσκόπουλο στην πίστα του «Baraonda».
Δεξιά, ο πρίγκιπας της νύχτας με τον Νίκο Νομικό στη «Φαντασία» τη δεκαετία του 1980
Ούρσουλα και Δούκισσα: οι αδυναμίες της ζωής του
Στις δυο γυναίκες της ζωής του, τη σύζυγό του Ούρσουλα και την κόρη του Δούκισσα, αφιερώνει το τραγούδι «Δροσοσταλιά μου». Ο λόγος είναι προφανής: «Οταν γνώρισα την Ούρσουλα, είχα πει στον Γιώργο Κριμιζάκη ότι θέλω ένα ερωτικό τραγούδι για τη γυναίκα που θα παντρευτώ και για να το τραγουδώ αργότερα και στην κόρη μου». Ο Νίκος και η Ούρσουλα γνωρίστηκαν στη «Φαντασία» το 1980, όταν ο πατέρας της την είχε πάει να διασκεδάσει. «Ηταν πολύ μικρή όταν τη γνώρισα και ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά. Μετά την είδα ξανά τα Χριστούγεννα, καθώς έμενε στη Γερμανία. Είχαμε αλληλογραφία για δύο χρόνια και παντρευτήκαμε το 1985. Αν δεν παντρευόμουν την Ούρσουλα, δύσκολα θα έκανα οικογένεια. Είναι η πιο ερωτεύσιμη γυναίκα του κόσμου», λέει, και τα μάτια του κοιτάζουν πάλι εκείνη. «Πρέπει να ταιριάζουν οι άνθρωποι, να υπάρχει χημεία και, πάνω απ’ όλα, σεβασμός. Στα 30 χρόνια γάμου δεν έχω πει, ούτε έχω ακούσει άσχημη κουβέντα.
Είμαστε ακόμα δεμένη οικογένεια. Τρώγαμε πάντα μαζί με τα παιδιά μας, τον Νικήτα και τη Δούκισσα». Τα παιδιά του Νίκου Νομικού ακολούθησαν τον δικό τους δρόμο. Ο Νικήτας σπούδασε στο Οικονομικό της ΑΣΟΕΕ, έκανε μεταπτυχιακό στα Ναυτιλιακά στο Πανεπιστήμιο City του Λονδίνου και σήμερα εργάζεται σε ναυτιλιακή εταιρεία, ενώ η Δούκισσα, ως γνωστόν, έγινε μια πετυχημένη παρουσιάστρια. «Οταν η Δούκισσα ήταν μικρή και ήμασταν στενοχωρημένοι μας έκανε ολόκληρο σόου με χορευτικά για να μας φτιάξει τη διάθεση. Εχει χιούμορ και ακόμα δεν έχετε δει όλες τις δυνατότητές της», λέει με θαυμασμό για την πανέμορφη κόρη του. «Της είχα εμπιστοσύνη γιατί ήταν ώριμη από μικρή και το όνειρό της ήταν να βγει στην τηλεόραση. Πρέπει να αφήνεις τα παιδιά να ανοίγουν τα φτερά τους. Απλά, της τόνισα ποιες είναι οι παγίδες και τι να προσέχει. Και ότι οι καριέρες χτίζονται και με τα “όχι”. Στα δύσκολα ρωτά την άποψή μου, αλλά η ίδια είναι που αποφασίζει. Και φυσικά είμαι πολύ χαρούμενος για την πορεία της».