Δικαίωμα συνταγογράφησης φαρμάκων αποκτούν οι νοσηλευτές, σύμφωνα με υπουργική απόφαση, η οποία ορίζει τα καθήκοντα και τις αρμοδιότητες τους. Μεταξύ άλλων, οι νοσηλευτές μπορούν να συνταγογραφούν αναλγητικά και αντιπυρετικά.
Διευρύνονται τα καθήκοντα των νοσηλευτών στα νοσοκομεία αλλά και στις κατ' οίκον επισκέψεις. Νέα υπουργική απόφαση ορίζει μία προς μία τις αρμοδιότητες του κλάδου, δίνοντας το πράσινο φως ακόμη και για συνταγογράφηση ήπιων φαρμάκων και αναλώσιμου υλικού.
Το οξύμωρο ωστόσο είναι ότι ενώ ο ρόλος των νοσηλευτών «αναβαθμίζεται», το ΕΣΥ συνεχίζει να βρίσκεται αντιμέτωπο με τραγικές ελλείψεις προσωπικού.
Όπως προκύπτει από πρόσφατη έκθεση του ΟΟΣΑ, στη χώρα μας αντιστοιχούν μόλις 3,6 νοσηλευτές ανά 1.000 κατοίκους, όταν στη Δανία η αναλογία είναι 15,4 προς 1.000 κατοίκους και στην Γερμανία 11,3 προς 1.000 κατοίκους.
Έτσι, και σύμφωνα πάντα με τα ίδια στοιχεία, στην Ελλάδα αντιστοιχεί 0,6 νοσηλευτής ανά γιατρό, ενώ στην Ιρλανδία αντιστοιχούν τέσσερις νοσηλευτές ανά γιατρό και στην Γερμανία 3.
Οι αρμοδιότητες των νοσηλευτών
Η υπουργική απόφαση που δημοσιεύτηκε χτες στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως προβλέπει νέες αρμοδιότητες των νοσηλευτών εντός και εκτός νοσοκομείων.
Ειδικότερα, οι νοσηλευτές που διενεργούν κατ' οίκον επισκέψεις δύνανται να συνταγογραφούν στους ασθενείς φάρμακα και αναλώσιμα υλικά: «Ήπια αναλγητικά, αντιπυρετικά, βιταμίνες, σίδηρο, φυσιολογικό ορό 0,9%, αντιβηχικά σιρόπια, υπακτικά, αντιδιαρροϊκά, αντιεμετικά, επιδεσμικό υλικό, οξυζενέ, αντισηπτικά διαλείμματα, επιθέματα, σύριγγες, συσκευές ορού, υλικό καθετηριασμού ουροδόχου κύστης, three way, spray κατακλίσεων και τραυμάτων».
Μεταξύ των καθηκόντων τους προβλέπεται και η τοπική αναισθησία (σύμφωνα με τα ισχύοντα νοσηλευτικά θεραπευτικά πρωτόκολλα), η διενέργεια κλινικής εξέτασης (π.χ. ψηλάφηση και ακρόαση) και ο καθετηριασμός περιφερικών αγγείων.
Σε ό,τι αφορά στα νοσοκομεία οι νοσηλευτές αποκτούν κομβικό ρόλο στην διαλογή περιστατικών, καθώς θα συμμετέχουν στην διαδικασία που γίνεται στα Τμήματα Επειγόντων Περιστατικών των δημοσίων νοσοκομείων, ενώ έχουν πλέον ευθύνη και για την πρόληψη και τον έλεγχο των ενδονοσοκομειακών λοιμώξεων.
Επιπλέον και μεταξύ άλλων, οι νοσηλευτές είναι πλέον υπεύθυνη για την εκπαίδευση των ασθενών για αυτοφροντίδα και αντίστοιχα εκπαίδευση των οικογενειακών μελών για συνέχιση της φροντίδας στο σπίτι και η παραπομπή για απλές διαγνωστικές εξετάσεις ασθενών που διακομίζονται στα τμήματα επειγόντων περιστατικών και στα εξωτερικά ιατρεία της χώρας.
Ελλείψεις και στις Μονάδες Εντατικής Θεραπείας
Σε κοινούς θαλάμους παραμένουν δεκάδες βαρέως πάσχοντες, διασωληνομένοι με φορητούς αναπνευστήρες, ενώ θα έπρεπε να νοσηλεύονται σε Μονάδα Εντατικής Θρεαπείας.
Τα παραπάνω καταγγέλλει η Ένωση Ιατρών Νοσοκομείων Αττικής και Πειραιά (ΕΙΝΑΠ), επισημαίνοντας σε ανακοίνωση της ότι το «δραματικό αυτό πρόβλημα που απειλεί άμεσα δεκάδες ανθρώπινες ζωές, οφείλεται στη μη ύπαρξη διαθέσιμων κλινών ΜΕΘ λόγω έλλειψης νοσηλευτικού και ιατρικού προσωπικού. Μάλιστα, αν επιβεβαιωθούν οι φόβοι (τους οποίους απευχόμαστε) για βαριά κρούσματα γρίπης αυτή την περίοδο, υπάρχει σοβαρός κίνδυνος η κατάσταση να ξεφύγει πέρα από κάθε έλεγχο».
Την ώρα που η Ένωση Ελλήνων Νοσηλευτών, (ΕΝΕ), καλωσορίζει την «αυτονόητη και γενναία απόφαση» του υπουργού Υγείας, κ. Μάκη Βορίδη, τονίζοντας ότι πρόκειται για δικαίωση του δεκαετούς αγώνα της ΕΝΕ να καθοριστεί το καθηκοντολόγιο των νοσηλευτών της χώρας, ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών, (ΙΣΑ), ζητεί εξηγήσεις απο την ηγεσία του υπουργείου για αυτήν την απόφαση, που υποβαθμίζει όπως λέει την άσκηση του ιατρικού επαγγέλματος, και σε κάθε περίπτωση την κατάργησή της.
«Είναι αδιανόητο κάποιοι να γίνονται γιατροί με υπουργική απόφαση, χωρίς να έχουν τις σχετικές σπουδές και τους αναγκαίους τίτλους» λεει στο protothema.gr ο πρόεδρος του ΙΣΑ, κ.Γιώργος Πατούλης, υπογραμμίζοντας ότι «η συνταγογράφηση οποιουδήποτε φαρμάκου ειναι αμιγώς ιατρική αρμοδιότητα, ενώ ακόμη πιο σαφή και περιοριστικά είναι τα όρια των ιατρικών πράξεων τα οποία προφανώς μπορούν να ασκούν μόνον οι γιατροί».
«Αυτή η υπουργική απόφαση μπορεί να γίνει κατανοητή και αποδεκτή μόνον εάν δεχθούμε ότι κάποιοι επιθυμούν την υποβάθμιση του ιατρικού επαγγέλματος» καταλήγει ο κ. Πατούλης.
Την άμεση ακύρωση της απόφασης του υπουργού Υγείας Μ. Βορίδη, με την οποία δίνεται το δικαίωμα στους νοσηλευτές να συνταγογραφούν φάρμακα, να δίδουν τοπική αναισθησία, να προχωρούν σε καθετηριασμούς και να χορηγούν παρεντερική διατροφή και θρομβολυτικά σκευάσματα, ζητεί και η Ένωση Ιατρών ΕΟΠΥΥ.
Όπως αναφέρει η Ένωση, οι παραπάνω πράξεις είναι αμιγώς ιατρικές και κάθε διενέργειά τους από μη ιατρούς αποτελεί παραποίηση του ιατρικού λειτουργήματος, είναι αντισυνταγματική και επικίνδυνη για τη δημόσια υγεία.
Νοσηλευτές: Αναγνωρίζονται αυτά που κάνουμε καθημερινά στο ΕΣΥ
«Η απόφαση του υπουργού Υγείας αναγνωρίζει με τον πλέον επίσημο τρόπο τις κλινικές αρμοδιότητες των νοσηλευτών που ήδη εκτελούσαν στις δομές του ΕΣΥ και της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας (ΠΦΥ)» επισημαίνει μιλώντας στο protothema.gr, ο γενικός γραμματέας της ΕΝΕ, κ. Άρης Δάγλας, προσθέτοντας μάλιστα ότι η αντίδραση των γιατρών «προσβάλλει βάναυσα τις τετραετείς σπουδές των Νοσηλευτών, η πλειονότητα των οποίων κατέχει μεταπτυχιακούς τίτλους και διδακτορικό. Οι νοσηλευτές, όσο και αν κάποιοι ενοχλούνται χάνοντας μέρος των όποιων προνομίων τους, είναι αποφασισμένοι να αναλάβουν το κομμάτι των αρμοδιοτήτων που τους αναλογεί και να εδραιώσουν τη θέση τους στο ΕΣΥ αλλά και στον επιχειρηματικό χώρο της Υγείας». Προσθέτει, δε, ότι σύντομα οι πολίτες θα καταλάβουν τα σημαντικά οφέλη αυτής της απόφασης.
Το προεδρείο της ΕΝΕ καλεί τους γιατρούς «αφενός να ενημερωθούν για τα διεθνώς ισχύοντα αναφορικα με τον ρόλο των νοσηλευτών στα συστήματα Υγείας, αφετέρου να δείξουν ψυχραιμία αλλά και ευαισθησία για τα μείζονα θεματα του χώρου της Υγείας, διαμαρτυρόμενοι με τις ισχυρές ενώσεις τους στις πολιτικές ηγεσίες για το επαίσχυντο γεγονός ότι στη χώρα μας, οι γιατροί είναι 75.000, ενώ οι νοσηλευτές 33.000, με τους 8.000 από αυτούς να είναι άνεργοι - αριθμοί που δεν αντέχουν σε κανένα σχολιασμό και κατατάσσουν τη χώρα μας στην τελευταία θέση του ΟΟΣΑ».